Σάββατο 23 Μαρτίου 2013

11 δωρεάν βιβλία (e-books) σχετικά με το 1821(www.24grammata.com)


Η επανάσταση του 1821, όπως την έζησαν οι πρωταγωνιστές

Αν βαρεθήκατε να διαβάζετε τις ερμηνείες του ενός και του άλλου, είναι καιρός να διαβάσατε, δίχως σχόλια και υποκειμενικές ερμηνείες, τι ακριβώς έγραψαν οι άνθρωποι που συμμετείχαν στην Επανάσταση. Σας χωρίζει ένα κλικ από τα σημαντικότερα βιβλία της ελληνικής γραμματείας

με την εγγύηση του ηλ. περιοδικού www.24grammata.com
  1. Τα Απομνημονεύματα του στρατηγού Μακρυγιάννη [κατεβασέτο]
  2. Θεόδωρος Κολοκοτρώνης. Διήγησις των συμβάντων της Ελληνικής Φυλής από τα 1770 έως τα 1836. Υπαγόρευσε ο Θεόδωρος Κωνσταντίνου Κολοκοτρώνης. Αθήνα 1846[κατέβασέτο]
  3. Λόγος ἐπικήδειος εἰς τὸν Καραϊσκάκην. Σπυρίδων Τρικούπης [κατέβασέτο]
  1. Π. Π. Γερμανός – Υπομνήματα Επαναστάσεως Ελλάδος [κατέβασέτο]
5. Άπαντα του Διονυσίου Σολωμού (έτος έκδ. 1901)[κατέβασέτο]
6. Λ. Βύρων – Ποιήματα Τόμος 1[κατέβασέτο] Ποιήματα Τόμος 3[κατέβασέτο]
7. Βιογραφικά στοιχεία όλων των αγωνιστών του 1821 (Ελλήνων και ξένων)[κατέβασέτο]
Προεπαναστατικά κείμενα
1. Ο Θούριος του Ρήγα. [κατέβασέτο]
2. Τα Δίκαια του Ανθρώπου [κατέβασέτο]    κλικ εδώ
3. Ελληνική Νομαρχία ήτοι Λόγος περί Ελευθερίας [κατέβασέτο]
4.Α. Κοραής – Σχεδιασμοί αυτοσχέδιοι [κατέβασέτο]

Παρασκευή 22 Μαρτίου 2013

Ο Ρόλος των Μεγάλων Δυνάμεων στην Επανάσταση του 1821


Ο Ρόλος των Μεγάλων Δυνάμεων στην Επανάσταση του 1821
Από την εκπομπή της ΝΕΤ: Η Μηχανή του Χρόνου

Ο ρόλος των Μεγάλων Δυνάμεων στην Επανάσταση... von KRASODAD

Η ψυχολογία του όχλου και ο ρόλος των δημαγωγών στις επαναστάσεις (Γκιστάβ Λε Μπον)


Ο ρόλος του λαού στάθηκε ο ίδιος σ' όλες τις επαναστάσεις. Δεν είναι ποτέ ο λαός εκείνος, που συλλαμβάνει την ιδέα των επαναστάσεων, ούτε εκείνος που τις καθοδηγεί. Η δράση του κατευθύνεται από τους δημαγωγούς. Μόνον όταν τα άμεσα συμφέροντά του βλάπτονται, βλέπει κανείς, τμήματα του λαού να επαναστατούν αυθόρμητα. Ένα κίνημα επίσης εντοπισμένο αποτελεί μια απλή στάση.

Η επανάσταση είναι εύκολη, όταν οι δημαγωγοί εξασκούν μεγάλη επιρροή στον λαό. Οι νέες όμως ιδέες διεισδύουν στις λαϊκές μάζες με μια εξαιρετική βραδύτητα. Ο λαός αποδέχεται γενικά μια επανάσταση χωρίς να γνωρίζει το γιατί, και όταν τυχαία φθάσει στο σημείο να το αντιληφθεί, η επανάσταση έχει πια τελειώσει από πολύ καιρό. Ο λαός κάνει μια επανάσταση, γιατί σπρώχνεται να την κάνει, αλλά επειδή δεν καταλαβαίνει και πολλά πράγματα από τις ιδέες των δημαγωγών του, τις εξηγεί με τον τρόπο του κι ο τρόπος αυτός δεν μοιάζει καθόλου με τον τρόπο των αληθινών πρωτεργατών του κινήματος. Η Γαλλική Επανάσταση παρέχει σ' αυτό το σημείο ένα εκπληκτικό παράδειγμα.

Η Επανάσταση του 1789 είχε σαν πραγματικό σκοπό ν’ αντικαταστήσει την εξουσία των ευγενών με την εξουσία της αστικής τάξεως, δηλαδή ν' αντικαταστήσει μια παλιά ομάδα εκλεκτών, που είχαν γίνει ανίκανοι, με μια νέα ομάδα εκλεκτών, που ήταν ικανοί. Στην πρώτη αυτή φάση της Γαλλικής Επαναστάσεως πολύ λίγο έμπαινε ζήτημα για τον λαό. Είχε βέβαια διακηρυχθεί η λαϊκή κυριαρχία, αλλά μεταφραζόταν μόνο με το δικαίωμα να εκλέγει τους αντιπροσώπους του. Ο λαός εντελώς αμόρφωτος, μη ελπίζοντας, όπως η αστική τάξη, ν' ανεβεί τις βαθμίδες της κοινωνικής κλίμακας, μη νοιώθοντας διόλου τον εαυτό του ισότιμο με τους ευγενείς και μη φιλοδοξώντας να το πετύχει, είχε βλέψεις και συμφέροντα πολύ διαφορετικά από τα συμφέροντα των ανεπτυγμένων τάξεων της κοινωνίας. Οι αγώνες της Εθνοσυνελεύσεως με τη βασιλική εξουσία οδήγησαν στην ανάμιξη του λαού σ' αυτή την πάλη. Η ολοένα και μεγαλύτερη συμμετοχή του λαού μετέβαλε πολύ γρήγορα την αστική επανάσταση σε λαϊκή.

Όταν μια ιδέα δεν έχει δύναμη και δεν επενεργεί παρά με την προϋπόθεση ότι θα 'χει σαν στήριγμα μια συναισθηματική και μυστικιστική βάση, στην περίπτωση αυτή οι θεωρητικές αντιλήψεις της αστικής τάξεως, για ν' ασκήσουν επίδραση πάνω στον λαό, θα 'πρεπε να μεταμορφωθούν σε μια καινούργια ξεκάθαρη πίστη, που να πηγάζει από ολοφάνερα πρακτικά συμφέροντα. Η μεταμόρφωση αυτή έγινε πολύ γρήγορα, όταν ο λαός άκουσε τους ανθρώπους εκείνους, που τους θεωρούσε σαν κυβερνήτες του, να τον διαβεβαιώνουν, ότι ήταν ίσος με τους παλιούς αφέντες του. Θεώρησε τότε τον εαυτό του θύμα κι άρχισε να λεηλατεί, να πυρπολεί, να σφάζει, νομίζοντας ότι εξασκεί κάποιο δικαίωμα.

Η μεγάλη δύναμη των επαναστατικών αρχών κατέληξε γρήγορα στο να δώσει ελεύθερη διέξοδο στα ένστικτα της πρωτόγονης βαρβαρότητας, που χαλιναγωγούνταν ως τότε από τους πανάρχαιους απαγορευτικούς φραγμούς του κοινωνικού περιβάλλοντος, από την παράδοση και τους νόμους. Τα πλήθη σπάζοντας κάθε μέρα όλους τους κοινωνικούς φραγμούς, που τα συγκρατούσαν, είχαν την εντύπωση πως αποκτούσαν μια απεριόριστη εξουσία και δοκίμαζαν τη χαρά να βλέπουν τους παλιούς αφέντες τους να αφανίζονται και να απογυμνώνονται. Μιας κι ο λαός έγινε αφέντης, μπορούσε να μην επιτρέψει τα πάντα στον εαυτό του;

Το έμβλημα «Ελευθερία, Ισότητα, Αδελφοσύνη», αληθινή εκδήλωση πίστης και ελπίδας στα πρώτα βήματα της Γαλλικής Επαναστάσεως, δεν χρησιμεύει τώρα πια παρά για να καλύψει με μια νόμιμη δικαιολογία τα αισθήματα πλεονεξίας, ζηλοφθονίας και μίσους για κάθε ανώτερο, δηλαδή τα αληθινά κίνητρα των όχλων, που καμμιά πειθαρχία δεν μπορεί να χαλιναγωγήσει. Γι' αυτόν ακριβώς τον λόγο, η Επανάσταση μέσα σε τόσο λίγο χρόνο κατέληξε στην αταξία, στις βιαιότητες και στην αναρχία.

Απ' τη στιγμή που η Γαλλική Επανάσταση πέρασε απ' τα χέρια της αστικής τάξεως στα λαϊκά στρώματα, έπαψε να κυριαρχεί ο ορθός λόγος πάνω στο ένστικτο και, αντίθετα, κατεβλήθη η προσπάθεια να κυριαρχήσει το ένστικτο πάνω στον ορθό λόγο. Ο νόμιμος αυτός θρίαμβος των αταβιστικών ενστίκτων ήταν τρομερός. Κάθε κοινωνική προσπάθεια-προσπάθεια απαραίτητη σε κάθε κοινωνία για να της επιτρέψει να υφίσταται— έτεινε σταθερά στο να χαλιναγωγήσει, χάρις στη δύναμη των παραδόσεων, των εθίμων και των κανόνων, ορισμένα φυσικά ένστικτα, που κληροδοτήθηκαν στον άνθρωπο από την πρωτόγονη ζωώδη κατάστασή του. Είναι εύκολο να δαμάσουμε τα ένστικτα αυτά -κι ένας λαός είναι τόσο περισσότερο πολιτισμένος, όσο περισσότερο τα εξουσιάζει- αλλά δεν μπορούμε να τα εξαλείψουμε. Η επίδραση διαφόρων παρορμήσεων τα κάνει να ξαναπαρουσιάζονται εύκολα. Γι' αυτόν ακριβώς τον λόγο, είναι τόσο επικίνδυνη η αποχαλίνωση των λαϊκών παθών. Ο χείμαρρος, που βγαίνει έξω από την κοίτη του, δεν ξαναγυρνάει σ' αυτήν πριν να σπείρει την καταστροφή. «Δυστυχία σ' εκείνον που θα ξεσηκώσει τις λαϊκές μάζες», έλεγε ο φιλόσοφος Ριβαρόλ, από την αρχή της Γαλλικής Επαναστάσεως. «Δεν είναι δυνατόν με κανέναν τρόπο να διαφωτιστεί ο όχλος».

Οι νόμοι της ψυχολογίας των όχλων, δείχνουν ότι ο λαός δεν ενεργεί ποτέ χωρίς δημαγωγούς και ότι αν λάβει κάποτε σημαντικό μέρος στις επαναστάσεις ακολουθώντας και οδηγώντας ως τα άκρα τις παρορμήσεις, που δέχτηκε, δεν διευθύνει ποτέ τα κινήματα, που εκτελεί. Σ' όλες τις πολιτικές επαναστάσεις συναντά κανείς τη δράση των δημαγωγών. Οι δημαγωγοί δε δημιουργούν τις ιδέες, που χρησιμεύουν σαν στήριγμα στις επαναστάσεις, αλλά τις χρησιμοποιούν σαν μέσα δράσεως. Ιδέες, δημαγωγοί, στρατοί και όχλοι αποτελούν τέσσερα στοιχεία, που το καθένα έχει τον δικό του ρόλο σ' όλες τις επαναστάσεις. Ο όχλος, που ξεσηκώνεται από τους δημαγωγούς, ενεργεί κυρίως σαν μάζα. Η δράση του μπορεί να παραβληθεί με τη δράση μιας οβίδας, που τρυπάει έναν θώρακα, με την ενέργεια μιας δύναμης, που δεν δημιούργησε. Ο όχλος σπανίως αντιλαμβάνεται κάτι απ' τις επαναστάσεις, που συντελέστηκαν με τη βοήθειά του. Ακολουθεί υπάκουα τους δημαγωγούς, χωρίς καν να προσπαθεί να μαντέψει τι επιθυμούν να γίνει...

Ο φόβος της τιμωρίας εμποδίζει πολλούς απ' αυτούς που αποτελούν τον όχλο να εγκληματίσουν σε ομαλές περιστάσεις· εγκληματούν όμως μόλις μπορέσουν, χωρίς κίνδυνο, ν' αφήσουν αχαλιναγώγητα τα κακά τους ένστικτα. Σ' αυτόν τον ολέθριο συρφετό, οφείλονται οι σφαγές, που βούτηξαν στο αίμα όλες τις επαναστάσεις. Γιατί, ο όχλος ήταν εκείνος που, με την καθοδήγηση των δημαγωγών, πλημμύριζε αδιάκοπα τις μεγάλες επαναστατικές συνελεύσεις. Τα άτακτα αυτά πλήθη, δεν είχαν άλλο ιδανικό παρά να σφάζουν, να λεηλατούν, να πυρπολούν. Η αδιαφορία τους για τις θεωρίες και τις αρχές ήταν πλήρης.

Στα στοιχεία, που στρατολογούνται από τα πιο χαμηλά στρώματα του λαού, έρχεται να προστεθεί, εξ αιτίας της μεταδοτικότητος, ένα πλήθος άεργοι κι αδιάφοροι, που παρασύρονται απ' το κίνημα. Φωνασκούν, γιατί ο καθένας φωνασκεί και επαναστατούν, γιατί ο καθένας επαναστατεί, χωρίς να 'χουν άλλωστε την πιο παραμικρή ιδέα για την αιτία, για την οποία φωνασκούν και στασιάζουν οι άλλοι. Η υποβολή του κοινωνικού περιβάλλοντος τα κυβερνάει εντελώς και τ' αναγκάζει να δρουν.

Οι θορυβώδεις και κακοποιοί αυτοί όχλοι, πυρήνας όλων των επαναστάσεων, απ' την αρχαιότητα ως την εποχή μας, είναι οι μόνοι που γνωρίζουν οι ψευτορήτορες. Γι' αυτούς, ο όχλος είναι ο κυρίαρχος λαός. Στην πραγματικότητα, ο κυρίαρχος λαός αποτελείται προπάντων απ’ το χυδαίο όχλο για τον όποιον έλεγε ο Θιέρσος: «Απ' τον καιρό που ο Τάκιτος τον είδε να χειροκροτεί τα εγκλήματα των αυτοκρατόρων, ο χυδαίος όχλος δεν άλλαξε. Οι βάρβαροι αυτοί, που πληθαίνουν μέσα στα σπλάγχνα της κοινωνίας, είναι πάντα έτοιμοι να την ρυπάνουν με όλα τα εγκλήματα, ν’ ακολουθήσουν κάθε εξουσία κι έτσι ν' ατιμάσουν όλες τις αιτίες μιας επαναστάσεως...».

Πλάι στις καταστροφικές ορδές, που ο ρόλος τους είναι πρωταρχικός στις επαναστάσεις, βρίσκεται η μάζα του πραγματικού λαού, που δεν ζητάει τίποτε άλλο παρά να εργαστεί. Ωφελείται μερικές φορές απ' τις επαναστάσεις, αλλά δεν σκέπτεται ποτέ να τις υποκινήσει. Οι θεωρητικοί της επαναστάσεως, πολύ λίγο τον γνωρίζουν και δυσπιστούν σ' αυτόν, επειδή διαισθάνονται καλά, ότι κατά βάθος είναι συντηρητικός και προσηλωμένος στις παραδόσεις. Σταθερός πυρήνας αντιστάσεως μιας χώρας, έχει συνοχή και δύναμη. Εξαιρετικά πειθήνιος από φόβο, παρασυρόμενος εύκολα απ' τους δημαγωγούς, αφήνεται για μια στιγμή να οδηγηθεί, κάτω από την επίδρασή τους, σ' όλες τις υπερβολές, αλλά το προγονικό βάρος της φυλής θα υπερισχύσει αμέσως και γι' αυτόν ακριβώς τον λόγο κουράζεται γρήγορα από τις επαναστάσεις. Η ψυχή του, που είναι προσηλωμένη στις παραδόσεις, τον παρακινεί να ορθωθεί γρήγορα ενάντια στην αναρχία, όταν αυτή ογκώνεται πολύ. Αναζητάει τότε τον αρχηγό, που θα ξαναφέρει την τάξη. Ο λαός αυτός, ο υποτακτικός και ήσυχος, δεν έχει φυσικά υψηλές ή πολυσύνθετες πολιτικές αντιλήψεις. Το ιδεώδες της πολιτικής διακυβερνήσεως που επιδιώκει, πάντα απλό, πλησιάζει πολύ προς τη δικτατορία. Γι' αυτόν ακριβώς τον λόγο, από την εποχή των ελληνικών δημοκρατιών ως τις μέρες μας, η μορφή αυτή της διακυβερνήσεως έρχεται σαν σταθερό επακόλουθο της αναρχίας...

Οι κοινωνίες όλων των εποχών περιλαμβάνουν πάντοτε έναν ορισμένο αριθμό ανήσυχων πνευμάτων, ασταθών και δυσαρεστημένων, που είναι έτοιμα να επαναστατήσουν ενάντια σ' οποιαδήποτε καθιερωμένη τάξη πραγμάτων. Δρουν από απλή μόνο κλίση προς την ανταρσία, κι αν κάποια μαγική δύναμη πραγματοποιούσε χωρίς κανέναν περιορισμό τις επιθυμίες τους, πάλι θα επαναστατούσαν. Η ειδική αυτή νοοτροπία προέρχεται συχνά απ' την εσφαλμένη προσαρμογή του ατόμου στο περιβάλλον του, ή από υπερβολικό μυστικισμό, μπορεί όμως να είναι και ζήτημα ιδιοσυγκρασίας ή να προέρχεται από παθολογικές διαταραχές.

Η ανάγκη της εξεγέρσεως παρουσιάζει πολλούς και διαφόρους βαθμούς εντάσεως: Από την απλή δυσαρέσκεια, που εκφράζεται μόνο με λόγια ενάντια στους ανθρώπους και στα πράγματα, ως την ανάγκη της καταστροφής τους. Μερικές φορές, το άτομο στρέφει ενάντια στον ίδιο τον εαυτό του την επαναστατική ορμή, που δεν μπορεί να την διοχετεύσει αλλιώς... Οι αιώνιοι αυτοί επαναστάτες, ρέπουν γενικά προς την υποβολή και η μυστικιστική ψυχή τους είναι κυριευμένη, από έμμονες ιδέες. Παρά την φανερή ενεργητικότητα, που χαρακτηρίζει τις πράξεις τους, έχουν χαρακτήρα αδύναμο και είναι ανίκανοι να αυτοκυριαρχηθούν, ώστε ν' αντισταθούν στις παρορμήσεις που τους κυβερνούν. Το μυστικιστικό πνεύμα, απ' το όποιο εμπνέονται, τους παρέχει προφάσεις για τις βιαιότητες τους και τους κάνει να θεωρούν τους εαυτούς τους σαν μεγάλους μεταρρυθμιστές.

Σε ομαλή κατάσταση, οι επαναστάτες, που κάθε κοινωνία κλείνει μέσα της, συγκρατούνται απ' τους νόμους και το κοινωνικό περιβάλλον, με μια λέξη απ' όλους τους κοινωνικούς καταναγκασμούς, κι έτσι δεν ασκούν καμμιά επίδραση. Μόλις όμως εκδηλωθούν περίοδοι ταραχών, οι κοινωνικοί αυτοί καταναγκασμοί εξασθενούν και οι επαναστάτες μπορούν να δώσουν ελεύθερη διέξοδο στα ένστικτά τους. Τότε γίνονται οι φημισμένοι δημαγωγοί των κινημάτων. Λίγο τους ενδιαφέρει η αιτία και ο σκοπός της επαναστάσεως· αυτοί θα πεθάνουν χωρίς να νοιαστούν πως θ' αποκτήσουν την κόκκινη ή την λευκή σημαία, ή πως θα πετύχουν την απελευθέρωση κάποιας χώρας, που αόριστα μόνον άκουσαν να μιλάνε γι' αυτήν.

Το επαναστατικό πνεύμα δεν σπρώχνεται πάντα σε ακρότητες, που το καθιστούν επικίνδυνο. Μπορεί ν' αποβεί πηγή προόδου, όταν προέρχεται, όχι από συναισθηματικά και μυστικιστικά κίνητρα, αλλά από διανοητική βάση. Έτσι, χάρις στο τόσο ανεξάρτητα πνεύματα, που γίνονται διανοητικώς επαναστατικά, κατορθώνει ένας πολιτισμός να απαλλαγεί απ' τον ζυγό των παραδόσεων και της συνήθειας, όταν ο ζυγός αυτός γίνεται αβάσταχτος. Οι επιστήμες, οι τέχνες, η βιομηχανία προόδευσαν προπάντων χάρις στα πνεύματα αυτά. Ο Γαλιλαίος, ο Λαβουαζιέ, ο Ντάρβιν, δ Παστέρ, ήταν επαναστάτες. Αν δεν είναι αναγκαίο σ' έναν λαό να 'χει πολλές τέτοιες μεγαλοφυίες, του είναι όμως απαραίτητο να 'χει μερικές. Χωρίς αυτές ο άνθρωπος θα κατοικούσε ακόμη στα πρωτόγονα σπήλαια.

Η επαναστατική τόλμη, που ανοίγει τον δρόμο στις ανακαλύψεις, έχει ανάγκη από πολύ σπάνιες διανοητικές ικανότητες. Απαιτεί κυρίως μια ανεξαρτησία πνεύματος αρκετή για να ξεφεύγει απ' την επίδραση των κοινών αντιλήψεων και μια κρίση που να επιτρέπει να αντιλαμβάνεται, κάτω απ' τις επιφανειακές αναλογίες, την πραγματικότητα που κρύβεται. Η μορφή αυτή του επαναστατικού πνεύματος είναι δημιουργική, ενώ αυτή, που εξετάσαμε παραπάνω, είναι καταστροφική. Η επαναστατική νοοτροπία θα μπορούσε, λοιπόν, να συγκριθεί μ' ορισμένες ψυχολογικές καταστάσεις, χρήσιμες στη ζωή του ατόμου, οι οποίες όμως, στην υπερβολή τους, παίρνουν κάποια παθολογική μορφή πάντοτε βλαβερή.

Όλες οι πολιτισμένες κοινωνίες σέρνουν μοιραία ξοπίσω τους ένα κατακάθι εκφυλισμένων κι απροσάρμοστων στο κοινωνικά περιβάλλον, που έχουν προσβληθεί από κάθε λογής κακές τάσεις. Απατεώνες, ζητιάνοι, κατάδικοι, κλέφτες, δολοφόνοι, εξαθλιωμένοι, που ζουν χωρίς να φροντίζουν για την άλλη μέρα, αποτελούν τον εγκληματικό συρφετό των μεγάλων πόλεων. Στις ομαλές περιόδους τα φυράματα αυτά του πολιτισμού συγκρατούνται σχεδόν απ' την αστυνομία. Κατά τη διάρκεια όμως των επαναστάσεων, επειδή τίποτα δεν τα συγκρατεί πια, αφήνουν αχαλίνωτα τα εγκληματικά και αρπακτικά τους ένστικτα. Σ' αυτό το κοινωνικό κατακάθι, οι επαναστάτες όλων των εποχών, είναι βέβαιοι ότι θα βρουν στρατιώτες. Άπληστοι μόνο για λεηλασίες και σφαγές, λίγο ενδιαφέρονται για την υπόθεση, που ο κόσμος νομίζει ότι υπερασπίζουν...

Οι επαναστάσεις, οποιεσδήποτε κι αν είναι οι αφετηρίες τους, δεν επιφέρουν όλα τα αποτελέσματα τους παρά αφού διεισδύσουν στην ψυχή των λαών. Οι επαναστάσεις λοιπόν είναι συνέπεια της ψυχολογίας των όχλων...

Ο άνθρωπος, αν και αποτελεί μέρος ενός λαού, διαφέρει πολύ απ' τον ίδιο άνθρωπο, όταν είναι απομονωμένος. Η συνειδητή ατομικότητά του εξαφανίζεται μέσα στην ασυνείδητη προσωπικότητα του όχλου. Μια υλική σχέση δεν είναι απολύτως αναγκαία για να δώσει στο άτομο τη νοοτροπία ενός όχλου. Πάθη και συναισθήματα κοινά, που προκαλούνται από ορισμένα γεγονότα, αρκούν συχνά για να την δημιουργήσουν. Η ομαδική ψυχή, που σχηματίζεται ταυτόχρονα, αντιπροσωπεύει ένα πολύ ιδιόμορφο άθροισμα. Το κυριότερο χαρακτηριστικό της είναι ότι κυριαρχείται αποκλειστικά από ασυνείδητα στοιχεία, που υποτάσσονται σε μια ιδιαίτερη λογική: Την ομαδική λογική.

Ανάμεσα στα άλλα χαρακτηριστικά των όχλων πρέπει να αναφέρουμε ακόμα την απεριόριστη ευπιστία τους, την υπερβολική συναισθηματικότητά τους, την απρονοησία και την ανικανότητα να επηρεαστούν από έναν συλλογισμό. Η διαβεβαίωση, η μετάδοση, η επανάληψη και το γόητρο, αποτελούν τα μόνα μέσα για να πεισθεί ο όχλος. Η πραγματικότητα και η πείρα δεν ασκούν καμμιά επίδραση στον όχλο. Μπορεί κάνεις να κάνει, ώστε το πλήθος να παραδεχτεί τα πάντα. Τίποτα δεν είναι αδύνατον στα μάτια του λαού.

Εξ αίτιας της υπερβολικής συναισθηματικότητας των όχλων, τα αισθήματά τους, καλά ή κακά, είναι πάντοτε υπερβολικά. Η υπερβολή αυξάνει πιο πολύ σ' επαναστατικές εποχές. Ο παραμικρός ερεθισμός οδηγεί τότε τα πλήθη σε παράφορες ενέργειες. Η ευπιστία τους, που είναι τόσο μεγάλη σ' ομαλές περιστάσεις, αυξάνει επίσης· οι πιο απίθανες ιστορίες γίνονται εύκολα πιστευτές...

Όταν ο άνθρωπος αποτελεί μέρος ενός όχλου, κατεβαίνει πολύ χαμηλά στην κλίμακα του πολιτισμού. Αφού καταντήσει βάρβαρος, εκδηλώνει έπειτα τα ελαττώματα και τα προτερήματά του: Στιγμιαίες βιαιότητες, όπως επίσης και ενθουσιασμούς και ηρωισμούς. Το διανοητικό επίπεδο ενός όχλου είναι πάντοτε κατώτερο απ' το επίπεδο ενός μεμονωμένου ανθρώπου. Αντίθετα, το ηθικό και το συναισθηματικό του επίπεδο μπορεί να είναι ανώτερο. Ο όχλος εκτελεί επίσης ένα έγκλημα με τόση ευκολία, όπως και μια πράξη αυταπαρνήσεως.

Επειδή οι ατομικοί χαρακτήρες εξαφανίζονται στον όχλο, η επίδραση, που ασκεί πάνω στα άτομα, που τον αποτελούν, είναι σημαντική. Ο φιλάργυρος γίνεται μεγαλόδωρος, ο σκεπτικιστής, φανατικός πιστός, ο τίμιος άνθρωπος, εγκληματίας, ο δειλός, ήρωας... Ο άνθρωπος του όχλου, όταν είναι μέλος ενός δικαστηρίου ή μιας βουλής, βγάζει ετυμηγορίες ή ψηφίζει νόμους, που σίγουρα δεν θα είχε ποτέ σκεφθεί σαν μεμονωμένο άτομο.

Μια από τις πιο αξιοσημείωτες συνέπειες της επιδράσεως, που ασκεί η ομάδα πάνω στα άτομα, που την συγκροτούν, είναι η ενοποίηση των συναισθημάτων τους και των θελήσεών τους. Η ψυχολογική αυτή ενότητα, έχει σαν αποτέλεσμα ότι οι όχλοι αποκτούν μεγάλη δύναμη. Η διαμόρφωση μιας τέτοιας διανοητικής ενότητας, είναι προπάντων αποτέλεσμα του ότι σ' έναν όχλο, συναισθήματα, χειρονομίες και ενέργειες, είναι εξαιρετικά μεταδοτικές. Επευφημίες μίσους, πάθους ή έρωτος, γίνονται αμέσως αποδεκτές και επαναλαμβάνονται απ' τον όχλο.

Πώς γεννιούνται η θέληση αυτή και τα κοινά αυτά συναισθήματα; Διαδίδονται με τη διανοητική μετάδοση, είναι όμως αναγκαία κάποια αφετηρία για να δημιουργηθεί η ατμόσφαιρα αυτής της μεταδόσεως. Ο δημαγωγός, εκπληρώνει αυτόν τον ρόλο. Χωρίς δημαγωγούς, ο όχλος είναι ένα ον άμορφο και ανίκανο για δράση... Αν ορισμένοι ανώτεροι πολιτικοί άνδρες, κατόρθωσαν να μαντέψουν μ' έναν ενστικτώδη τρόπο, τους νόμους της ομαδικής ψυχολογίας, πρέπει επίσης να διαπιστώσουμε ότι οι περισσότερες κυβερνήσεις τους υποτίμησαν και τους υποτιμούν ακόμη. Ακριβώς επειδή τους αγνόησαν, γι' αυτό πολλές κυβερνήσεις έπεσαν τόσο εύκολα. Όταν βλέπουμε με πόση ευκολία ανατράπηκαν ορισμένα καθεστώτα από μια μικρή στάση, οι κίνδυνοι που προέρχονται απ' την άγνοια της ομαδικής ψυχολογίας, διαφαίνονται πολύ καθαρά...

Ένας λαός μπορεί, κάτω απ' την πιο χειρότερη εκδοχή, να συγκριθεί μ' έναν όχλο. Ο λαός έχει ορισμένες ιδιότητες του όχλου, οι διακυμάνσεις όμως των ιδιοτήτων αυτών, περιορίζονται απ' την ψυχή της φυλής του, που διατηρεί μια σταθερότητα άγνωστη στην προσωρινή και μεταβατική ψυχή ενός όχλου. Όταν ένας λαός διαθέτει προγονική ψυχή, που έχει σταθεροποιηθεί από ένα μακρόχρονο παρελθόν, η ψυχή του όχλου κυριαρχείται πάντοτε απ' αυτήν. Ένας λαός διαφέρει ακόμα από έναν όχλο ως προς το ότι αποτελείται από ένα πλήθος ομάδων, που καθεμιά έχει διαφορετικά συμφέροντα και πάθη. Σ' έναν όχλο, με την καθ' αυτή σημασία της λέξεως, βρίσκονται, αντιθέτως, ομάδες όπως π.χ. σε μια λαϊκή συγκέντρωση, που μπορεί να ανήκουν σε ανόμοιες κοινωνικές κατηγορίες... Ένας λαός είναι πολύ λιγότερο ευέξαπτος από έναν όχλο. Ωστόσο, ορισμένα γεγονότα όπως, εθνική εξύβριση, απειλή εισβολής, κ.λπ., μπορούν να τον κάνουν να ξεσηκωθεί σε μια στιγμή... Ή απότομη αυτή έκρηξη των συναισθημάτων μιας φυλής παρατηρείται, άλλωστε, σε όλους τους λαούς...

Όλες οι ποικιλίες των όχλων, ομοιογενείς ή ετερογενείς, συνελεύσεις, λαοί, λέσχες, κ.λπ., είναι σύνολα ανίκανα να ενωθούν και να δράσουν, εφ' όσον δεν βρουν έναν οδηγό για να τους κατευθύνει... Η ασυνείδητη ομαδική ψυχή του όχλου φαίνεται πως είναι δεμένη με την ψυχή του δημαγωγού. Ο δημαγωγός, του δημιουργεί μια και μόνη θέληση και του επιβάλλει μια απόλυτη υπακοή. Ο δημαγωγός επενεργεί προπάντων πάνω στον όχλο με το μέσο της υποβολής. Κι απ' τον τρόπο με τον όποιο προκαλείται η υποβολή αυτή, εξαρτάται η επιτυχία του... Σύμφωνα με την υποβολή των δημαγωγών του, το πλήθος είναι ήρεμο, παράφορο, εγκληματικό ή ηρωικό. Οι διάφορες αυτές υποβολές θα μπορούσαν να θεωρήσουν ότι εμφανίζουν κάποτε μια ορθολογιστική άποψη, αλλά δεν θα 'χουν απ' τον ορθό λόγο παρά την επιφανειακή του όψη. Επειδή ένας όχλος, είναι στην πραγματικότητα ανίκανος να δεχτεί οποιαδήποτε λογική, οι μόνες ιδέες, που είναι ικανές να τον επηρεάσουν, θα είναι πάντοτε συναισθήματα, που αναπολούνται με την μορφή εικόνων...

Μια μεγάλη πολιτική συνέλευση, ένα κοινοβούλιο παραδείγματος χάριν, είναι όχλος, αλλά όχλος μερικές φορές ελάχιστα δραστήριος, εξ αιτίας των αντιθέτων συναισθημάτων των εχθρικών ομάδων απ' τις όποιες αποτελείται. Η παρουσία των ομάδων αυτών, που εμπνέονται από διάφορα συμφέροντα, μας υποχρεώνει να θεωρήσουμε μια συνέλευση ότι αποτελείται από ετερογενείς όχλους, που επιβάλλεται ο ένας πάνω στον άλλο και που ο καθένας υπακούει σε ξεχωριστούς δημαγωγούς. Ο νόμος της πνευματικής ενότητας των όχλων δεν εκδηλώνεται τότε παρά μόνο σε κάθε ομάδα, και μόνον έπειτα από εξαιρετικές περιστάσεις οι διαφορετικές ομάδες καταλήγουν να δημιουργήσουν ενιαία θέληση.

Κάθε ομάδα μιας συνελεύσεως αντιπροσωπεύει μια ξεχωριστή οντότητα. Τα άτομα που συμβάλλουν στο σχηματισμό αυτής της οντότητας παύουν να μένουν τα ίδια και θα ψηφίσουν χωρίς δισταγμό ενάντια στις πεποιθήσεις τους και στις επιθυμίες τους... Η δράση μιας ομάδας συνίσταται κυρίως στο να ισχυροποιήσει τις διατακτικές γνώμες. Κάθε ασθενής ατομική πεποίθηση εδραιώνεται, όταν γίνει ομαδική. Οι βίαιοι δημαγωγοί και εκείνοι που εξασκούν γόητρο κατορθώνουν κάποτε, επενεργώντας πάνω σ' όλες τις ομάδες μιας συνελεύσεως, να δημιουργήσουν απ' αυτές έναν μόνο όχλο... Μικρές ομάδες ατόμων, που έχουν τις ίδιες γνώμες, τις ίδιες δοξασίες, τα ίδια συμφέροντα και που διαγράφουν κάθε ετερόδοξο, διαφέρουν απ' τις μεγάλες συνελεύσεις, γιατί έχουν ενότητα συναισθημάτων και συνεπώς θελήσεως...

Αν τα ομαδικά συναισθήματα ήταν δυνατόν να υπολογισθούν ακριβώς με κάποιο ποσοτικό μέτρο, θα μπορούσε κανείς να τα παρομοιάσει με μια καμπύλη, που, ύστερα από μια ανάβαση αρκετά αργή στην αρχή, έπειτα πολύ γρήγορη, θα κατέβαινε σχεδόν κατακόρυφα. Η εξίσωση της καμπύλης αυτής θα μπορούσε να ονομασθεί, εξίσωση των μεταβολών των ομαδικών συναισθημάτων, που υπόκεινται σ' έναν σταθερό ερεθισμό.

Δεν είναι πάντοτε εύκολο να εξηγήσει κανείς την επιτάχυνση των συναισθημάτων κάτω απ’ την επίδραση μιας σταθερής αίτιας. Ίσως όμως θα μπορούσε κανείς να σημειώσει ότι, αν οι νόμοι της ψυχολογίας είναι δυνατόν να συγκριθούν με τους νόμους της μηχανικής, μια αιτία αναλλοίωτης δυνάμεως, που ενεργεί όμως συνεχώς, μπορεί να αυξήσει πολύ γρήγορα την ένταση ενός συναισθήματος. Είναι γνωστό, παραδείγματος χάριν, ότι μία δύναμη σταθερή σε ισχύ και διεύθυνση, όπως η βαρύτητα που επενεργεί σ' ένα σώμα, του εμβάλλει μια κίνηση επιταχυνόμενη. H ταχύτητα ενός σώματος, που πέφτει κατά απ' την επίδραση της βαρύτητας στο διάστημα, θα είναι περίπου δέκα μέτρα στο πρώτο δευτερόλεπτο, είκοσι μέτρα στο δεύτερο, τριάντα μέτρα στο τρίτο, κ.λπ. Θα ήταν εύκολο, αφήνοντας ένα σώμα να πέσει από πολύ ψηλά, να του δώσουμε τέτοια ταχύτητα, ώστε να είναι αρκετή για να τρυπήσει μια χαλύβδινη πλάκα.

Αν όμως η εξήγηση αυτή μπορεί να εφαρμοσθεί και στην ταχύτητα ενός συναισθήματος, που υπόκειται σε μια σταθερή δύναμη, δεν μας λέει γιατί τα αποτελέσματα της επιταχύνσεως διακόπτονται απότομα. Μια τέτοια διακοπή, δεν γίνεται κατανοητή παρά με την παρέμβαση φυσιολογικών ερμηνειών· δηλαδή δεν πρέπει να ξεχνούμε ότι η χαρά, όπως και ο πόνος, δεν μπορούν να ξεπεράσουν ορισμένα όρια και ότι κάθε υπερβολικά βίαιος ερεθισμός προκαλεί την παράλυση της αισθήσεως. Ο οργανισμός μας δεν μπορεί να υποφέρει παρά ένα ορισμένο ανώτατο όριο χαράς, πόνου ή προσπάθειας, και ακόμα δεν θα μπορούσε να τα υποφέρει για πολύ καιρό. Το χέρι, που σφίγγει ένα δυναμόμετρο φτάνει έπειτα από λίγο στην εξάντληση της προσπάθειάς του και είναι αναγκασμένο να το αφήσει απότομα...

Όλες τις αναλογίες, που προσπαθούν να αποκαταστήσουν ανάμεσα στους νόμους, στους οποίους υπακούουν τα υλικά φαινόμενα και στους νόμους, που διέπουν την εξέλιξη των συναισθηματικών και μυστικιστικών στοιχείων, χωρίς αμφιβολία, μπορούμε να τις χαρακτηρίσουμε χονδροειδείς. Αναγκαστικά, έτσι θα συμβαίνει ως την ημέρα που ο μηχανισμός των εγκεφαλικών λειτουργιών θα είναι λιγότερο άγνωστος από σήμερα.

Πηγή: Αποσπάσματα από το βιβλίο «Ψυχολογία των επαναστάσεων» (1912), του Γάλλου ψυχολόγου και κοινωνιολόγου Γκιστάβ Λε Μπον.


Πάρε-Δώσε

Τρίτη 19 Μαρτίου 2013

Εθνοαποδόμηση και ισοπεδωτική απαξίωση (συμβολή στον εορτασμό της 25 Μαρτίου)


γράφει ο Κυριάκος Κατσιμάνης 
 Επίκ. Καθηγητής Φιλοσοφίας του Πανεπιστημίου Αθηνών


Στο εργοτάξιο της εθνοαποδόμησης οι «συνωστισμένοι» εκφραστές του ιστοριογραφικού αναθεωρητισμού βρίσκουν απροσδόκητα πολλούς και ενθουσιώδεις συμμάχους από τις τάξεις των «φονταμενταλιστών» της Ορθοδοξίας και όλοι μαζί –παρά τις όποιες μεταξύ τους διαφορές– επιδίδονται με αγαστή σύμπνοια στο θεάρεστο έργο τους. Στα κείμενά τους είναι διάχυτη η πεποίθηση ότι η ελληνικότητα των σημερινών Ελλήνων, αποκομμένη από τις βυζαντινές ρίζες της και πρωταρχές της, δηλαδή από τη ρωμαϊκότητα/ρωμιοσύνη: α) είναι προϊόν του ρομαντισμού, της βαυαροκρατίας και της «μεταπρατικής» κοραϊκής μετακένωσης και β) δεν αποτέλεσε την αβίαστη έκφραση μιας υπαρκτής συλλογικής συνείδησης, όπως θα ήταν φυσικό, αλλά επιβλήθηκε «άνωθεν», άρα δεν είναι αυθεντική αλλά «φαντασιακή». Και ο παράγοντας που την επέβαλε ήταν το «ελλαδικό κρατίδιο», δηλαδή το κακέκτυπο του δυτικού έθνους-κράτους, ενός δημιουργήματος των τελευταίων δυο-τριών αιώνων. — Ορισμένοι μάλιστα προχωρούν πολύ περισσότερο: διαχρονική πηγή δεινών και μόνιμο όνειδος για την ελληνικότητα είναι «το ελλαδικό» ή, καλύτερα, «το ελληνώνυμο» εθνικό κρατίδιο, αυτό το πολιτειακό έκτρωμα, που αποτελεί ενσάρκωση και ιστορική πραγμάτωση του απόλυτου κακού. Και μάλιστα σε τέτοιο βαθμό, ώστε το 1833 να σηματοδοτεί ουσιαστικά την αρχή του τέλους του ελληνισμού – ενός τέλους που θα συντελεστεί με παρατεταμένο, βασανιστικό και ταπεινωτικό ψυχορράγημα…

Μελετώντας τις τελευταίες αυτές θέσεις, που υποστηρίζονται από κάποιες εμβληματικές μορφές της σύγχρονης διανόησης τις οποίες πάντοτε σεβόμαστε και τιμούμε, καταλαμβανόμαστε από τέτοιο πανικό, ώστε αισθανόμαστε την ανάγκη να τρέξουμε να χωθούμε στη στοργική αγκαλιά της μητέρας Τουρκίας (της «καλής» Τουρκίας, της ισλαμο-Ερντογανικής, όχι της Κεμαλικής!), που έχει ήδη ανοίξει και μας περιμένει ανυπόμονα. Άλλωστε, μια επίμονη και χειμαρρώδης ιδεοληπτική ρητορεία μάς έχει ήδη προετοιμάσει για την απονενοημένη αυτή ενέργεια. Μήπως δε ζούσαμε μια χαρά ως Τούρκοι υπήκοοι; (Αυτή άλλωστε την ιδέα είχαν επιχειρήσει να μας περάσουν πρόπερσι και εκείνες οι αλήστου μνήμης εκπομπές του ΣΚΑΪ για το 1821) (1). Μήπως επί τουρκοκρατίας οι Έλληνες δεν ταξίδευαν «από θέσεως ισχύος» σε όλα τα μήκη και τα πλάτη της γης; Μήπως οι «καραβοκυραίοι» μας δεν όργωναν τότε τις θάλασσες και δε συσσώρευαν χρυσάφι στα θησαυροφυλάκιά τους; Μήπως η Κοινότητα, αυτή η ιδιότυπη αλλά ιστορικά καταξιωμένη εκδοχή οικονομικο-κοινωνικής οργάνωσης, δεν ευνοούσε την άνθηση αυθεντικών μορφών λαϊκού πολιτισμού; Μήπως ως Κωνσταντινουπολίτες ή Μικρασιάτες δεν ήμαστε κοινωνοί κάποιων «απορροών» της πάλαι ποτέ «βυζαντινής αρχοντιάς», τις οποίες μας στέρησε η ελλαδική «επαρχιωτίλα»;

Εδώ πλέον ο ιδεοληπτικός νεοφαναριωτισμός δίνει τα ρέστα του! Τι και αν ο Λουκάς Νοταράς είχε νιώσει κυριολεκτικά «στο πετσί του» πόσο βαρύ, τελικά, ήταν το τίμημα εκείνου του «κρειττότερόν έστιν», με το οποίο δήλωνε ότι προτιμούσε τους Τούρκους από τους Λατίνους;… Ο Αθανάσιος ο Πάριος είχε κατά βάση δίκιο: η δουλεία στους Τούρκους ήταν θέλημα Θεού και εγγύηση της δογματικής καθαρότητάς μας ως ορθοδόξων. Κατά τα άλλα, η επανάσταση του 1821 δεν έπρεπε να γίνει, ήταν ένα ιστορικό λάθος. Και αν δεν το λέμε expressis verbis, το αφήνουμε πάντως να εννοηθεί ξεκάθαρα, ακόμη και σε ομιλίες μας την ημέρα της εθνικής επετείου της 25ης Μαρτίου! Τα σχετικά πειστήρια υπάρχουν και είναι στη διάθεση του καθενός (2).

Στις θέσεις αυτές δεν μπορεί, βέβαια, να αρνηθεί κανείς το τεκμήριο των καλών προθέσεων. Επιπλέον, δεν μπορεί να τους αμφισβητήσει το ελαφρυντικό ότι διατυπώνονται υπό το κράτος βαθιάς απογοήτευσης και δικαιολογημένης αγανάκτησης, όπως θα δούμε και στη συνέχεια. Εξάλλου, θα ήταν ασυγχώρητη εθελοτυφλία να αρνηθεί κανείς την ύπαρξη εγγενών στρεβλώσεων, από τις οποίες σημαδεύτηκε η ίδρυση και η λειτουργία του ελληνικού κράτους. Ταυτόχρονα, όμως, μας είναι αδύνατον να δεχτούμε τη βίαιη και ισοπεδωτική απαξίωση των αγώνων και των θυσιών ενός ιστορικού έθνους με σκοπό να αποκτήσει «στον ήλιο μοίρα». Επιπλέον, τίποτα δε μας εμποδίζει να εντοπίσουμε τις ιστορικές αστοχίες, οι οποίες υπάρχουν κατά τη γνώμη μας όχι μόνο στις παραπάνω θέσεις αλλά και στην ευρύτερη επιχειρηματολογία των εθνοαποδομητών. Τέλος –και αυτό είναι το πιο σημαντικό– τίποτα δε μας αφαιρεί το δικαίωμα να επισημάνουμε τη σύγχυση και την αποθάρρυνση που προκαλούνται εξαιτίας όλων αυτών στους νέους μας την ώρα που χρειάζονται τόνωση του ηθικού τους, ώστε να σταθούν όρθιοι στην κοσμοχαλασιά της μεγάλης εθνικής κρίσης. Ας επιχειρήσουμε, λοιπόν, να δούμε από κοντά τις παραπάνω ιστορικές αστοχίες:

1. Όχι, δεν είναι αλήθεια ότι η συνείδηση ελληνικότητας διαμορφώθηκε τάχα εκ των υστέρων, μέσω του κοραϊσμού, του ευρωπαϊκού ρομαντισμού και της βαυαροκρατίας. — Η αλήθεια είναι ότι οι εν λόγω παράγοντες μπορεί να συνέβαλαν στην ανάδειξη και τον προσανατολισμό της συνείδησης αυτής, αλλά με κανέναν τρόπο δεν τη δημιούργησαν εκ του μηδενός, γιατί, απλούστατα, ήταν κάτι που προϋπήρχε. Αρκεί να σκεφτεί κανείς ότι αρκετούς αιώνες πριν από το 146 π.Χ., οπότε υποτάχτηκαν στους Ρωμαίους, οι Έλληνες είχαν ήδη ενιαία πολιτιστική συνείδηση και σαφή επίγνωση των ισχυρών δεσμών που σφυρηλατούσαν την εσωτερική τους ενότητα διαφοροποιώντας τους έτσι από τους άλλους λαούς (3). Και καθ’ όλη τη διάρκεια της Βυζαντινής Αυτοκρατορίας, είτε ως Γραικοί είτε ως Ρωμιοί είτε ως Έλληνες, διατήρησαν ζωντανή, ακοίμητη και άσβηστη την εθνική τους συνείδηση (4). Από την αρχαιότητα ως σήμερα, η διαχρονική ελληνική συνείδηση κυλάει σαν ένα υπόγειο ρεύμα ιστορικών αναμνήσεων, ιδεών, πεποιθήσεων, παραδοχών, αξιών, ηθών και εθίμων, που με όχημα τη γλώσσα μεταδίδονται στη διαδρομή των αιώνων από γενιά σε γενιά. «Αµιγές αντί του αίµατος», γράφει ο Νικόλαος Πολίτης, «διετηρήθη εν τη γλώσση,τωβίωκαιτωχαρακτήριτουλαούτοελληνικόνπνεύµαδι’ αδιασπάστουαλύσεωςπαραδόσεων,ηςέναπροςένατους κρίκους ανευρίσκοµενεντοιςδιαφόροιςσταδίοιςκαιταιςπεριπετείαιςτης ελληνικήςεθνότητος» (5).

2. Όχι, δεν είναι αλήθεια ότι τάχα η εθνική συνείδηση των Ελλήνων διαμορφώθηκε τεχνητά, μετά την ίδρυση του «ελληνώνυμου κρατιδίου». — Η αλήθεια είναι ότι ανάλογες πρωθύστερες κατασκευές ίσχυσαν ιστορικά μόνο σε χώρες που εποικίστηκαν από μετανάστες, όπως οι ΗΠΑ, ή σε κράτη που προέκυψαν από το γεωγραφικό κατακερματισμό, στον οποίο υποβλήθηκαν τεράστιες εκτάσεις ολόκληρων ηπείρων (λ.χ. της Αφρικής) μετά την απαλλαγή τους από τα αποικιοκρατικά καθεστώτα˙ οπότε η εκ των υστέρων εμφύτευση εθνικής συνείδησης ήταν απαραίτητη προϋπόθεση για την επιβίωση των νεόκοπων εκείνων κρατικών μορφωμάτων. Τι σχέση μπορεί να έχουν αυτά όλα με τον ελληνισμό που, όταν ξεσηκώθηκε για την ελευθερία του, έσερνε πίσω του πολύ περισσότερα από δυόμιση χιλιάδες χρόνια πολιτιστικού βίου; 

3. Όχι, δεν είναι αλήθεια ότι η παραπάνω πρωθύστερη διαδικασία ίσχυσε τάχα και για τους Έλληνες. — Η αλήθεια είναι ότι για τους Έλληνες η διαδικασία υπήρξε τελείως διαφορετική και για του λόγου το ασφαλές παραθέτω τρία, μόνο, χαρακτηριστικά παραδείγματα, που τοποθετούνται χρονικά μετά το ορόσημο του 1453: α) Όταν ο Αντώνιος Έπαρχος (1498-1563) γράφει στον ανθρωπιστή Μελάγχθωνα: «Όθεν ουκ εξ απόπτου μοι γίνεται θεάσασθαι το πατρώον έδαφος αδακρυτί, Ελλάδα την ποτέ κλεινήν ζυγόν δουλείας ακλεώς υποφέρουσαν», διατρανώνει την εθνική του συνείδηση και ταυτόχρονα διεκτραγωδεί τα δεινά της δουλείας. β) Όταν αρκετές δεκαετίες νωρίτερα ο Μιχαήλ Αποστόλης (1422-1480), που είχε ζήσει την τραγωδία της Άλωσης, γράφει στο Φρειδερίκο τον Γ΄ τα εξής: «Απόδος το πανταχού γης διεσπαρμένον γένος ημών τη πατρίδι, το πάλαι ποτέ υψηλότατον και σοφώτατον, νυν δ’ εξουθενημένον και ταπεινότατον», του ζητάει στην ουσία να βοηθήσει τον ελληνισμό στην απόκτηση ελεύθερης (ή μάλλον απελευθερωμένης) πατρίδας, δηλαδή δικής του κρατικής οντότητας˙ και μάλιστα θεμελιώνει το αίτημά του στη ριζική αντίθεση ανάμεσα στο προγονικό κλέος των υποδούλων και στην αποκαρδιωτική παρακμή τους, επί των ημερών του. Και γ) όταν ο Σίμων Πόρκιος (17. αιώνας) εκλιπαρεί τον καρδινάλιο Ρισελιέ να συμβάλει, ώστε η άλλοτε φημισμένη για τις πολιτιστικές επιδόσεις της Ελλάδα να επιστρέψει στην «παλαιάν της λαμπρότητα και ελευθερίαν», αποβλέπει και αυτός στην ίδρυση ελληνικού κράτους, στο οποίο οι Έλληνες, ένας λαός με ένδοξο παρελθόν, θα οργανώσουν τον εθνικό τους βίο απαλλαγμένοι από εξουσιαστές και δυνάστες (6). Σε όλες αυτές τις περιπτώσεις και σε πάμπολλες άλλες που δεν είναι του παρόντος να αναφερθούν η συνείδηση ελληνικότητας χρονικά προηγείται και λειτουργεί ως γενεσιουργός παράγοντας, ενώ τα όνειρα και τα διαβήματα για την ελευθερία, δηλαδή για τη συγκρότηση εθνικού κράτους, χρονικά έπονται και είναι το αποτέλεσμά της. Όσο για τον Κοραή, το ρομαντισμό, τους Βαυαρούς και, βέβαια, το εθνικό ελληνικό κράτος ως ιστορική πραγμάτωση, θα χρειαστούν… μερικοί αιώνες αναμονής για να εμφανιστούν!

4. Όχι, δεν είναι αλήθεια ότι τάχα διέπραξαν ιστορικό σφάλμα οι πρόγονοί μας που επαναστάτησαν, αγωνίστηκαν, «μάτωσαν» και θυσιάστηκαν στον υπέρ όλων αγώνα του 1821, προκειμένου να αποκτήσουμε ως έθνος τη δική μας πατρίδα (και ακουμπώντας σ’ αυτήν να τους ασκούμε σήμερα κριτική εκ του ασφαλούς…). – Η αλήθεια είναι ότι δε διαπράχθηκε κανένα ιστορικό σφάλμα! Η ελευθερία για τον Έλληνα ήταν όνειρο προαιώνιο, που όμως δεν επρόκειτο να πραγματωθεί ποτέ χωρίς τη συγκρότηση εθνικού κράτους. Για το λόγο ακριβώς αυτό οι πρόγονοί μας είναι και θα παραμείνουν στην ιστορική μνήμη και την εθνική συνείδηση των Πανελλήνων φωτεινά πρότυπα ηρωισμού και αυταπάρνησης και αιώνιοι αποδέκτες της απέραντης ευγνωμοσύνης μας. Καλό θα ήταν να μη μας διαφεύγουν κάποιες πικρές αλήθειες: το να παραμένεις εθελόδουλος υποτελής ενός ξένου κράτους, και μάλιστα απολυταρχικού, το καλύτερο που μπορεί να σου εξασφαλίσει είναι η απλή βιολογική επιβίωσή σου, εφόσον, βέβαια, υπηρετείς απαρέγκλιτα τα συμφέροντα του δυνάστη, υπομένεις αγόγγυστα τις αυθαιρεσίες του και στέργεις μοιρολατρικά στην αφομοίωσή σου απεμπολώντας σταδιακά την εθνική σου ιδιαιτερότητα — κάτι που σε βάθος χρόνου μπορεί κάλλιστα να οδηγήσει στην οριστική εξαφάνισή σου ως εθνότητας. Αυτά ας τα έχουν υπόψη τους όσοι χαρακτηρίζουν ιστορικό λάθος την Επανάσταση του 1821!…

5. Όχι, δεν είναι αλήθεια ότι τάχα εμείς οι Έλληνες, επειδή δεν είχαμε ποτέ «την κουλτούρα» του εθνικού κράτους, έπρεπε να συμβάλουμε –και μάλιστα χωρίς να βιαστούμε αλλά «εν καιρώ»– στη συγκρότηση μιας ευρύτερης, μιας βαλκανικής κρατικής οντότητας (αν όχι στην ανασύσταση της ίδιας της «Ελληνικής Αυτοκρατορίας της Χριστιανικής Ανατολής»), στο εσωτερικό της οποίας ο ελληνισμός θα μπορούσε να αναδειχτεί primus inter pares. Πράγμα που σημαίνει πιθανότατα ότι, εφόσον θα ερχόταν τελικά το πλήρωμα του χρόνου και το εγχείρημα θα αποδεικνυόταν εκ των πραγμάτων ανέφικτο, δεν θα έπρεπε, απλούστατα, να εξεγερθούμε ποτέ κατά των Τούρκων! — Η αλήθεια είναι ότι πρόκειται για ένα επιχείρημα εντελώς αίολο. Αξιοποιώντας όσα μέσα διέθεταν τότε, οι επαναστατημένοι Έλληνες πάλεψαν για το καλύτερο δυνατόν με βάση τα δεδομένα και τις συνθήκες της εποχής τους.Ευτυχώς ή δυστυχώς, οι ιστορικές εξελίξεις υποτάσσονται στις δικές τους νομοτέλειες και δεν καθορίζονται πάντοτε και επακριβώς από τη βούληση των διαφόρων εθνών, όσο ισχυρή και αν είναι αυτή. Επιπλέον, δεν προδιαγράφονται, και μάλιστα… εκ των υστέρων, και κυρίως δεν είναι «ασκήσεις επί χάρτου» σε τηλεοπτικά κανάλια ή θεολογικά σπουδαστήρια… Το «ελληνώνυμο κρατίδιο», το οποίο με τους βαλκανικούς πολέμους θα διπλασιάσει τη γεωγραφική επικράτειά του, αγωνίστηκε με συνέπεια για την απελευθέρωση αλύτρωτων ελληνικών περιοχών (πρβλ. τις επαναστάσεις της Θεσσαλίας και της Κρήτης το 19. αιώνα, τις οποίες ενίσχυσε ή και υποκίνησε) και θα ήταν άδικο να χρεωθεί την απώλεια ή τη συρρίκνωση προαιώνιων ελληνικών εστιών, για παράδειγμα της Ιωνίας και της Αιγύπτου, αντίστοιχα. Στην πρώτη περίπτωση οι διωγμοί και οι σφαγές είχαν ξεκινήσει πολύ πριν από την αποβίβαση του ελληνικού στρατού στη Μικρά Ασία, ενώ στη δεύτερη οι δυσμενείς εξελίξεις συναρτώνται με πολιτικές επιλογές των εκεί καθεστώτων και δε σχετίζονται με πράξεις ή παραλείψεις του ελληνικού κράτους.

6. Όχι, δεν είναι λογικό αλλά, αντίθετα, είναι ανήκουστο και αδιανόητο όλοι ανεξαιρέτως οι λαοί της γης να δικαιούνται να αποκτήσουν κράτος –ακόμη και αυτοί που ήρθαν στο ιστορικό προσκήνιο «από το πουθενά», ακόμη και αυτοί που «φυτεύτηκαν» από κάποιους τρίτους σε γεωπολιτικά ευαίσθητες περιοχές του πλανήτη και έκτοτε πασχίζουν με πλαστογράφηση της ιστορίας και κλεμμένα σύμβολα να δημιουργήσουν εθνική συνείδηση– και την ίδια στιγμήεμείς οι Έλληνες να αποτελούμε τη μοναδική εξαίρεση, δηλαδή να «απολαμβάνουμε» κατ’ αποκλειστικότητα το παγκόσμιο θλιβερό προνόμιο να μας αμφισβητείται αναδρομικά το ιστορικό δικαίωμα να έχουμε δημιουργήσει ως έθνος το δικό μας κράτος! Και μάλιστα εμπνευστές, εκφραστές και σημαιοφόροι αυτής της συστηματικής αμφισβήτησης και αυτής της αδιάλλακτης άρνησης να είναι ομοεθνείς μας, να είναι Έλληνες, που επικαλούνται κάθε φορά θολά και συγκεχυμένα κριτήρια για να επιδοθούν σε ακατάσχετες θρηνωδίες και ιερεμιάδες, θεωρώντας πλέον ζήτημα χρόνου την ολοσχερή εξαφάνιση αυτού του «ελληνώνυμου» μορφώματος και προεξοφλώντας ότι, διεθνώς, δεν πρόκειται να λυπηθεί εξαιτίας της απολύτως κανένας…

Εκείνο, πάντως, στο οποίο θα συμφωνούσε κανείς χωρίς επιφυλάξεις είναι το ότι τα τελευταία χρόνια ο ελληνισμός διέρχεται μια πρωτοφανή, παρατεταμένη και πολύπλευρη κρίση, που προσλαμβάνει τις διαστάσεις μιας ενδημικής παρακμής και αποσύνθεσης. Η κρίση αυτή έχει τις ρίζες της στην ιδιαιτερότητα των συνθηκών που προσδιόρισαν τη νεότερη ιστορία μας, στην πολλαπλή εξάρτησή μας από τον ξένο παράγοντα, στη διαμορφωμένη θλιβερή παράδοση πολιτικών ταγών της χώρας, οι οποίοι, με λίγες φωτεινές εξαιρέσεις, αποδεικνύονται κατά την επιεικέστερη έκφραση κατώτεροι των περιστάσεων, αλλά και σε αταβιστικά ελαττώματα του ίδιου του λαού μας, που σε μικρότερο, έστω, βαθμό φέρει και αυτός τις ευθύνες του για το σημερινό κατάντημα. Από εδώ προφανώς έλκουν την καταγωγή τους, όπως παρατηρήθηκε ήδη, τόσο η άκρα πεσιμιστική διάθεση όσο και οι συνακόλουθες δηλητηριώδεις επισημάνσεις, που, «υπερβαίνοντας τα εσκαμμένα», θέτουν καμιά φορά επί τάπητος και αμφισβητούν ριζικά τη γνησιότητα της εθνικής μας ιδιοπροσωπίας αν όχι και την ίδια τη σκοπιμότητα της κρατικής μας υπόστασης….

Ωστόσο, οι παράταιρες αυτές φωνές δεν είναι σε θέση να εκμηδενίσουν τα επιτεύγματα του ελληνισμού τα τελευταία 180 χρόνια και κυρίως δε μας απαλλάσσουν από το πατριωτικό χρέος μας να αγωνιστούμε «με νύχια και με δόντια» για τη απελευθέρωσή μας από την παρακμή και την εξαθλίωση – για την κοινωνική μας ανόρθωση και την εθνική μας αναγέννηση. Σε αυτό το χρέος οδηγεί η αναστοχαστική προσέγγιση της εθνεγερσίας του 1821 και στην εκπλήρωση αυτού, ακριβώς, του χρέους οφείλει να επικεντρωθεί σήμερα ο πατριωτισμός των Ελλήνων. Χωρίς μεγαλοστομίες και «κορώνες» αλλά με αποφασιστικότητα και αυτεπίγνωση.

ΣΗΜΕΙΩΣΕΙΣ

1. Βλέπε, Φάκελος: Επανάσταση του 1821, στο «Αντίβαρο» (http://www.antibaro.gr/article/1465).

2.Οι απόψεις και οι τάσεις, στις οποίος συγκλίνουν και εν πολλοίς συμπίπτουν «προοδευτικοί» εθνοαποδομητές και ορθόδοξοι ελληνομηδενιστές, εκτίθενται με παραστατικότητα και ενάργεια στο άρθρο του Γιώργου Καραμπελιά, Φανερή και…κρυφή γοητεία του νέο-Οθωμανισμού, (ηλεκτρονικό περιοδικό «Αντίβαρο» http://www.antibaro.gr/article/377. Βλ. και περιοδικό «Άρδην», τεύχος 73).

3.Φ. Κ. Βώρου, Δοκίμιο ανίχνευσης της διαμορφούμενης  κατά το 18ο αιώνα εθνικής συνείδησης των Ελλήνων στο έργο του Ρήγα Φεραίου – Βελεστινλή (αναβίωση των όρων αυτοπροσδιορισμού των Ελλήνων – Γραικών), Εισήγηση σε συνέδριο για το έργο του Ρήγα Βελεστινλή με πρωτοβουλία του  Δημητρίου Καραμπερόπουλου ως Προέδρου της Επιστημονικής Εταιρείας Μελέτης Φερών – Βελεστίνου – Ρήγα (http://webcache.googleusercontent.com/search?q=cache:http://www.voros.gr/ist/ar1005.doc)..

4.Κωνσταντίνου Σβολόπουλου, τακτικού μέλους της Ακαδημίας Αθηνών,Η συνέχεια επί τρεις χιλιετίες των Ελλήνων (http://www.antibaro.gr/article/3041). Βλ. και Κυριάκου Κατσιμάνη, α) Η ελληνική συνείδηση κατά τους βυζαντινούς χρόνους («Φιλολογική», Απρίλιος-Ιούνιος 2011, τεύχος 115, σσ. 3-5 και «Αντίβαρο», http://www.antibaro.gr/article/3287), β) Η διαχρονικότητα της ελληνικής συνείδησης και η ψευδεπίγραφη ρωμαϊκότητα των Βυζαντινών («Θέματα Ελληνικής Ιστορίας», http://www.istorikathemata.com/2012/01/blog-post_07.html, και «Φιλολογική», Οκτώβριος-Δεκέμβριος 2011, τεύχος 117, σσ. 3-6) και γ) Ονομάτων απελευθέρωσις. Έλληνες ή Ρωμιοί; — και πάλι! («24 γράμματα», http://www.24grammata.com/?p=27164 και «Φιλολογική», Απρίλιος-Ιούνιος 2012, τεύχος 119, σσ. 45-56).

5. In Απόστ. Ε. Βακαλόπουλου,Νέος ελληνισμός. Οι ρίζες, η καταγωγή των Ελλήνων και η διαμόρφωση του Έθνους, [1204 - μέσα 15ου αιώνα], Εκδ. Οίκος Αντωνίου Σταμούλη, 2008,σελ. 45.

6. Τα παραθέματα προέρχονται από το έργο του Μιχ. Περάνθη Ελληνική Πεζογραφία. Από την Άλωση ως σήμερα, 2η έκδοση, πρώτος τόμος, σσ. 241, 77 και 370, αντίστοιχα.

24grammata.com

Δευτέρα 11 Μαρτίου 2013

Πώς η τηλεόραση κατέστρεψε την ζωή μας

Παλιό το video ... απλά είπα να το βάλω ... προς τιμή του Σκοπελίτη...που πολέμησε όσο μπορούσε...

κλείσε την  τηλεόραση...σταμάτα να μπαίνεις στο Facebook για να κρυφοκοιτάς τις ζωές των άλλων ( το facebook έχει καταστρέψει το internet)...ζήσε την στιγμή ...
 δέν χρειάζεται να την τραβήξεις σε βίντεο, να την ανεβάσεις στο internet για να επιβεβαιώθείς από τους δικτυακούς φίλους σου ότι πράγματι ζείς...σταμάτα επιτέλους να αναπαράγεις τις δήθεν ειδήσεις και μπουρδολογίες που ξεκινούν από το πληκτρολόγιο του κάθε  στρατευμένου στο ιντερνετ...μήν δέχεσαι την άποψη του κάθε τυχάρπαστου περαστικού και ότι γράφει στο twitter σαν είδηση...μην δέχεσαι να στο επιβάλει ο ο 30φυλλόπουλος ή ο κάθε Ευαγγελάτος αυτό... βγές από αυτό το blog τώρα...επιλεκτική αναπαραγωγή άρθρων κάνει... και επιτέλους ξεκίνα να διαβάζεις κανένα βιβλίο...κατά προτίμηση όχι άρλεκιν ή μυθιστόρημα που βασίστηκε η τελευταία ταινία του κατα τα άλλα συμπαθή Batman...
Σήκω από τον καναπέ επιτέλους και άρχισε να σκέφτεσαι...
Μιά οθόνη μας κλείνει τον ορίζοντα, παίρνει δωρεάν τον χρόνο μας και τον πουλάει σε διαφημιστές...χωρίς να μας δίνει ποσοστό...
 Η ζωή μας έχει ναυαγήσει σε Ξενόφερτα προσωπεία...
 και εμείς σαν Έλληνες ζούμε τον 'ομαδικό μας ναρκισσισμό'...περιμένοντας με αγωνία και διάχυτο μαζοχισμό τα βραδινά δελτία ειδήσεων για να δούμε τί σκέφτονται οι ξένοι για εμάς...





Τον Αύγουστο του 2011, μια είδηση-«μούφα», υπό τον τίτλο «Κουραμπιέδες για γερά ρουθούνια», που είχε ως πηγή το epicnews.gr, με ιστοσελίδα με «ειδίκευση» σε ειδήσεις-παρωδία, είχε την «τιμητική» της στις δημοσιογραφικές ιστοσελίδες newsit.gr (Νίκος Ευαγγελάτος), star.gr και skai.gr, οι οποίες δεν άφησαν να τους ξεφύγει το «λαβράκι». Η «είδηση», που μάλιστα ξεπέρασε τα ελληνικά σύνορα, αναδημοσιεύθηκε με τίτλο «Μοίρασαν κουραμπιέδες σε κηδεία πασπαλισμένους με...κοκαΐνη!», ενώ απέκτησε «ειδικό βάρος» και «εγκυρότητα» και μέσα από την τηλεοπτική συχνότητα της κρατικής τηλεόρασης (ΝΕΤ).
http://player.vimeo.com/video/35719469?byline=0&portrait=0&color=00ffbf

Μόδα, φιλοσοφία και life style

Θεοφάνης Τάσης.


Η δυνατότητα να ντυνόμαστε όπως μας αρέσει, να υιοθετούμε συμπεριφορές, να υποδυόμαστε ρόλους, εν ολίγοις να επιλέγουμε ελεύθερα την εικόνα μας αποτελεί ένα από τα όψιμα χαρακτηριστικά της νεωτερικότητας, το οποίο ήταν άγνωστο τόσο στη Δύση πριν από τον 20ό αιώνα όσο και στο σύνολο των υπόλοιπων πολιτισμών στην Ιστορία. Η συντριπτική πλειονότητα των κοινωνιών που γνωρίζουμε καθόριζαν αυστηρά τους ρόλους των τάξεων, των γενεών, των φύλων και, σε συνάφεια με αυτούς, τους τρόπους ένδυσης και συμπεριφοράς, δηλαδή την εικόνα, επιτρέποντας ελάχιστες και αυστηρά καθορισμένες εξαιρέσεις, κυρίως στα πλαίσια θρησκευτικών τελετών, όπως αν μιλάμε, λ.χ., για τη Δύση κατά τη λατρεία του Διόνυσου ή αργότερα στα αναγεννησιακά καρναβάλια.


Στις αρχές του 20ού αιώνα οι γυναίκες κόβουν τα μαλλιά τους κοντά και αρχίζουν να φορούν παντελόνια. Ηθοποιοί όπως η Greta Garbo και η Μarlene Dietrich προτείνουν μια διφορούμενη ανδρόγυνη σεξουαλικότητα, παίζοντας επιδέξια με τις παραδοσιακές εικόνες των φύλων. Παράλληλα με την εμφάνιση της Coco Chanel που εισάγει το στυλ chic-pauvre, (το κομψό-φτωχό) οι κατώτερες κοινωνικές τάξεις διεκδικούν το δικαίωμα στην κομψότητα, η οποία δεν αποτελεί πλέον αποκλειστικό προνόμιο των αριστοκρατών. Την ίδια εποχή στα music hall του Ηarlem εισέρχονται οι πρώτοι λευκοί θαμώνες, ενώ οι Αφροαμερικανοί ισιώνουν τα μαλλιά τους. Βρισκόμαστε, βεβαίως, μακριά ακόμη από την αλλαγή του χρώματος της επιδερμίδας του Μichael Jackson.

Εν ολίγοις, στις αρχές του 20ού αιώνα η αυξανόμενη διεκδίκηση της χειραφέτησης του υποκειμένου στις κοινωνικές του σχέσεις και πρακτικές εντός των δυτικών καπιταλιστικών κοινωνιών το έφερε αντιμέτωπο με μια καινούργια ελευθερία, δηλαδή με νεοαποκτηθείσες εναλλακτικές ως προς την εικόνα του, αλλά και ως προς την ταυτότητά του. Αυτή την ανάγκη ήρθε να καλύψει η μόδα (fashion) και αργότερα, μετά την ήττα των διαφόρων ολοκληρωτισμών, οι οποίοι επέβαλλαν μαζικώς μια εικόνα και μια ταυτότητα στα πλαίσια μιας κοσμοθεωρίας, το life style.
Κατασκευή Τρόπων
Εκλαμβάνω τη μόδα ως κατασκευή τρόπων διαμόρφωσης της εικόνας που προσφέρονται προς μαζική κατανάλωση, ενώ το life style ως πρόταση μιας ταυτότητας, φευγαλέας, ρευστής και αναλώσιμης δίχως κόπο. Αμφότερα υποκαθιστούν την αυτόνομη διαμόρφωση του βίου από το υποκείμενο, όπως την υποκαθιστούσαν στις προνεωτερικές και παραδοσιακές κοινωνίες οι προκαθορισμένες από την παράδοση ταυτότητες. Μιλώντας λοιπόν για τη μόδα και το life style σήμερα, αυτό για το οποίο μιλάμε είναι το πρόβλημα της ελευθερίας στη νεωτερικότητα ως πρόβλημα επιλογής εναλλακτικών εικόνων και δυνατοτήτων διαμόρφωσης της ταυτότητας.

Αν και αυτή η ελευθερία αποτελεί ένα κατεξοχήν γνώρισμα της εποχής μας, μπορούμε ωστόσο να ανιχνεύσουμε τη σπερματική μορφή της ήδη στη δημοκρατική αρχαία Αθήνα. Με την εμφάνιση του Σωκράτη και την επακόλουθη ανθρωποκεντρική στροφή της φιλοσοφίας, το ζητούμενο είναι μέσω του φιλοσοφείν να οδηγηθεί κανείς στο αγαθό και την αρετή. Έτσι η φιλοσοφία γίνεται μια δραστηριότητα συνειδητής διαμόρφωσης του βίου μέσω του αυτοστοχασμού. Ο Σωκράτης, και πολύ περισσότερο οι ριζοσπάστες επίγονοί του, οι Κυνικοί, πρότειναν διαφορετικούς τρόπους ζωής εντός της πόλης. Το ίδιο έκαναν ο Πλάτων ιδρύοντας τηνΑκαδημία, εκτός των τειχών της πόλης, ο Αριστοτέλης με τηνΠεριπατητική Σχολή και οι Επικούρειοι. Όλοι τους πρότειναν καινοφανείς, αδιανόητους έως τότε τρόπους να σχετίζεται κανείς με τον εαυτό του και τους άλλους. Τρόποι που ενσαρκώνονταν στην εικόνα τους: οι Κυνικοί, σε αντίθεση με τους κομψούς μαθητές της Ακαδημίας, προκαλώντας με την ατημέλητη εμφάνισή τους, φωνασκώντας, ενίοτε ακόμη και αυνανιζόμενοι δημόσια, οι Επικούρειοι αποσυρόμενοι από τον δημόσιο βίο. Όλοι τους πρότειναν πρακτικές διαμόρφωσης όχι απλώς της εικόνας, αλλά του βίου, εφικτές λόγω της νεοαποκτηθείσας ελευθερίας εντός της δημοκρατικής πόλης. Στους πρώτους μ.Χ. αιώνες αυτή η αντίληψη της φιλοσοφίας ως τρόπος του βίου ενσωματώθηκε στον Χριστιανισμό. Εδώ όμως η επιμέλεια του εαυτού, προυπόθεση για τη διαμόρφωση του βίου, μετασχηματίζεται σε ασκητική, ενώ οι πρακτικές της, όπως λ.χ. η διαιτητική και ο αυτοστοχασμός, καθώς αλλοιώνονται σε νηστεία και εξομολόγηση γίνονται, όπως έχει δείξει ο Foucault, μέθοδοι επιτήρησης και ελέγχου των υποκειμένων στα πλαίσια μιας ιεραρχικής δομής, της Εκκλησίας.  
Ερωτήματα που συνιστούν πρωταρχικά και αναγκαία συστατικά μιας εργασίας εαυτού
Στους αιώνες που ακολούθησαν η φιλοσοφία μετασχηματίστηκε σε μια αμιγώς θεωρητική δραστηριότητα, απεμπολώντας κάθε βλέψη διαμόρφωσης του υποκειμένου και της καθημερινότητάς του. Στη δε χειραφετητική παράδοση, αν και τέθηκε το ζήτημα του μετασχηματισμού της κοινωνίας μέσω της επανάστασης, το υποκείμενο παρέμενε στην καλύτερη περίπτωση ύποπτο. Όμως στον 20ό αιώνα η αυξανόμενη ελευθερία του υποκειμένου ως προς την εικόνα του επέφερε ακολούθως την εκ νέου ανάδυση του ζητήματος της διαμόρφωσης του βίου. Για όσους δεν επέλεξαν τη λύση που προσέφερε το καπιταλιστικό σύστημα παραγωγής, δηλαδή τη μόδα και το life style ως κατανάλωση εικόνων και ταυτοτήτων, τέθηκαν ερωτήματα όπως:

Είναι δυνατόν να διαμορφώσω όχι απλώς την εικόνα μου, αλλά τη ζωή μου και, αν ναι, με ποιον τρόπο; Πώς καθορίζεται η δυνατότητα διαμόρφωσης από τις υπάρχουσες δομές εξουσίας;

Τα παραπάνω ερωτήματα συνιστούν πρωταρχικά και αναγκαία συστατικά μιας εργασίας εαυτού, δηλαδή μιας δραστηριότητας συνειδητής διαμόρφωσης τρόπων του βίου μέσω της ελεύθερης επιλογής συνηθειών και πρακτικών.

Αυτή η εργασία εαυτού αποτελεί με τη σειρά της μια θεμελιακή προϋπόθεση για την αυτοδιακυβέρνηση του υποκειμένου. Με τον όρο αυτοδιακυβέρνηση του υποκειμένου εννοώ τη ζωντανή καθημερινή εκδίπλωση της αυτονομίας μέσω της δημιουργίας και της καλλιέργειας τεχνολογιών του εαυτού, οι οποίες συντελούν στη διαμόρφωση του βίου. Έτσι φτάνουμε σ΄ αυτό που ονομάζω πολιτικές του βίου, τη δημιουργία μορφών διακυβέρνησης του εαυτού, της επικοινωνίας με τον άλλο, δηλαδή πρακτικών του έρωτα, της φιλίας, της συνεργασίας, της οικογένειας και γενικότερα τη δημιουργία μορφών συμμετοχής στη δημοκρατική άσκηση της δημόσιας εξουσίας με στόχο την εκδίπλωση της φαντασίας για την ελεύθερη διάπλαση του ατομικού βίου και της κοινωνικής συμβίωσης. Κεντρικό χαρακτηριστικό αυτών των πολιτικών, των οποίων οι επιμέρους μορφές και σφαίρες είναι αδιαχώριστες μεταξύ τους και προϋποθέτουν η μία την άλλη, είναι η αμφισβήτηση των καπιταλιστικών θεσμών και αξιών, η διερώτηση των προτεινόμενων κοινωνικών συμπεριφορών, η διαύγαση και η κριτική στάση έναντι των σχέσεων εξουσίας.

Συνοψίζοντας, το θέμα της επιλογής της εικόνας μάς οδήγησε στο ζήτημα της διαμόρφωσης του βίου, το οποίο όμως είναι αξεδιάλυτα συνυφασμένο με την αναμόρφωση των υπαρχουσών δομών εξουσίας. Αυτό είναι το σημείο όπου συναντάται σήμερα μια ριζική φιλοσοφία με όσους ζουν ψυχές έχοντες κυμάτων εν αγκάλαις
antifono.gr