Τετάρτη 25 Απριλίου 2012

Πολιτικά Δίκτυα Από το Πεντάγωνο και τη Μοσάντ μέχρι το «βαθύ» ΠΑΣΟΚ, το Ιντερνετ μετατρέπτεται σε προνομιακό χώρο προπαγάνδας

Δημοσιεύτηκε στο περιοδικό Unfollow#2
Ήταν Σάββατο 17 Δεκεμβρίου όταν η εφημερίδα Τα ΝΕΑ με ένα παραπολιτικό σχόλιο 50 λέξεων έβαλε φωτιά στο ελληνόφωνο Ιντερνετ. «Μαθαίνω» έγραφε ο συντάκτης «ότι ο Πρωθυπουργός Λουκάς Παπαδήμος τά ΄χασε («καράφλιασε», ήθελα να γράψω) με την εικόνα που βρήκε στο Μαξίμου. Είναι δυνατόν να είχαν προσληφθεί για τα λεγόμενα σόσιαλ μίντια (τουίτερ, φέισμπουκ, λίνκεντιν και τα ρέστα) 100 άτομα;».

Δυο ημέρες αργότερα και ενώ το Μαξίμου τηρούσε σιγή ιχθύος αποφασίσαμε να βάλουμε το θέμα στην ατζέντα του Unfollow και μάλιστα να ξεκινήσουμε την έρευνα μέσω των social media - για να  κρίνουμε όχι μόνο το περιεχόμενο των απαντήσεων αλλά και την ίδια την αντίδραση του περίφημου μηχανισμού που σύμφωνα με τα ΝΕΑ είχε στήσει ο πρώην πρωθυπουργός.

Η πρώτη μας ερώτηση όμως έπρεπε να τεθεί στον Λουκά Παπαδήμο: «@PrimeministerGR Στο πλαίσιο της διαφάνειας θα μπορούσατε να μας δώσετε τη λίστα των 100 συμβούλων του Παπανδρέου για τα social media;». Μέσα σε λίγα λεπτά εκατοντάδες άτομα επαναλάμβαναν το ερώτημά μας προς το λογαριασμό του Μαξίμου. Η πρώτη «θεσμική» απάντηση όμως ήρθε από τον Παναγιώτη Παπαχατζή: «@xstefanou Ψάξε χθεσινά tweets για το θέμα. Είναι τερατώδες ψέμα όσα αναφέρει το δημοσίευμα». Ο σύμβουλος επικοινωνίας νέων μέσων του ΠΑΣΟΚ μας παρέπεμπε σε προηγούμενα tweet της Αίγλης Μπαλαμάτση (@abalamatsi), η οποία ως υπεύθυνη της διαδικτυακής παρουσίας του πρωθυπουργικού γραφείου θα έπρεπε θεωρητικά να ηγείται της ιντερνετικής στρατιάς του Παπανδρέου.

Καθώς η πίεση προς το Μαξίμου αυξανόταν λεπτό με το λεπτό, αργά το απόγευμα το γραφείο του πρωθυπουργού αναγκάστηκε να εκδώσει την εξής ανακοίνωση. «Οι πληροφορίες που αναφέρονται σε ορισμένα δημοσιεύματα, ότι στο Μέγαρο Μαξίμου και στον τομέα των social media απασχολούνταν 100 άτομα, είναι απολύτως ανακριβείς. Η αλήθεια είναι ότι απασχολούνταν τρία άτομα εκ των οποίων έχουν μείνει δύο». Ήταν προφανές ότι η μπάλα περνούσε πλέον στην μεγάλη περιοχή της εφημερίδας Τα ΝΕΑ, η οποία σεβόμενη τη δημοσιογραφική δεοντολογία, θα έπρεπε είτε να στηρίξει το ρεπορτάζ της είτε να ζητήσει ταπεινά συγγνώμη από το αναγνωστικό της κοινό. Τίποτα από τα δυο όμως δεν συνέβη!


Με μια πρώτη ανάγνωση το Μαξίμου πέτυχε μια σαρωτική νίκη παρέχοντας κάλυψη στον πρώην πρωθυπουργό και αποστομώνοντας το συγκρότημα Λαμπράκη. Στην πραγματικότητα και οι δυο πλευρές είχαν απλώς καταφέρει να μετατοπίσουν το επίκεντρο της συζήτησης από μια υπόθεση πολιτικής προπαγάνδας σε μια κακοδιατυπωμένη καταγγελία «πράσινων» διορισμών. Το ερώτημα όμως δεν ήταν εάν ένας πρωθυπουργός προσέλαβε 100 άτομα στο Μαξίμου (πράγμα φύσει αδύνατο) αλλά εάν τα τελευταία χρόνια είχε δημιουργήσει ένα δίκτυο προώθησης των θέσεων του στο διαδίκτυο.

Για όλα φταίει το (συνθετικό) γκαζόν

Η προσπάθεια επηρεασμού του δημόσιου διαλόγου μέσα από οργανωμένα δίκτυα προπαγανδιστών είναι παλιά όσο και οι ανθρώπινες κοινωνίες. Στη σύγχρονη ιστορία είναι γνωστό ότι το γραφείο του Ρίτσαρντ Νίξον έστελνε σε μεγάλες εφημερίδες πλαστές επιστολές με ττις οποίες απλοί πολίτες υποτίθεται ότι επικροτούσαν το έργο του προέδρου. Από το 1985 ο Αμερικανός γερουσιαστής Λόιντ Μπέντσεν θα ονομάσει  αυτή την τεχνική Astroturfing - από το όνομα μιας εταιρείας, που παρήγαγε συνθετικό γκαζόν. Το Astroturfing σημαίνει να «φυτεύεις» καρπούς με την ελπίδα να δημιουργήσεις ένα ψεύτικο κίνημα βάσης (grassroot - που φυτρώνει στο χορτάρι) για να προωθήσεις συγκεκριμένα συμφέροντά. Ο Αμερικανός γερουσιαστής είχε υποψιαστεί την ύπαρξη τέτοιων ομάδων όταν άρχισε να λαμβάνει εκατοντάδες γράμματα «πολιτών», οι οποίοι του ζητούσαν να στηρίξει μεγάλες ασφαλιστικές εταιρείες. Την ίδια εποχή η καπνοβιομηχανία Phillip Morris, δημιουργεί την οργάνωση Εθνική Συμμαχία Καπνιστών, μέσω της οποίας βομβαρδίζει δημοσιογράφους και πολιτικούς με μηνύματα εναντίον της αντικαπνιστικής πολιτικής για νέους.

Με την κυριαρχία του Ιντερνετ οι κανόνες του παιχνιδιού αλλάζουν και τα τμήματα δημοσίων σχέσεων μεγάλων εταιρειών και κομμάτων αποκτούν νέο πεδίο δόξης. Στις ΗΠΑ εταιρείες όπως η reputation.com δίνουν ακόμη και σε απλούς πολίτες τη δυνατότητα να «θάψουν» ανεπιθύμητες πληροφορίες που κυκλοφορούν στο Ιντερνετ. Στην Ελλάδα η εταιρεία Civitas (η οποία ανέλαβε να επι-κοινωνήσει τις θέσεις του ΔΝΤ και της Τρόικα μέσω δημοσιογράφων) υπόσχεται να βοηθήσει τους πελάτες της «να επηρεάσουν την online συζήτηση μέσα από ουσιαστικό περιεχόμενο και στοχευμένο engagement της online κοινότητάς τους».
Τα πραγματικά προβλήματα όμως ξεκίνησαν όταν ορισμένες εταιρείες αποφάσισαν να φέρουν και στο Ιντερνετ και τη λογική του Astroturfing δημιουργώντας ψεύτικες ψηφιακές περσόνες που παρεμβαίνουν σε chat room και δίκτυα κοινωνικής δικτύωσης. Εταιρείες, που συχνά έχουν την έδρα τους σε αναπτυσσόμενες χώρες, αναλαμβάνουν να διευκολύνουν αυτή την πρακτική βάζοντας εκατοντάδες υπαλλήλους να παραβιάζουν τα μέτρα ασφαλείας σε site και blogs. Οι υπάλληλοί τους αναλαμβάνουν λόγου χάρη να πληκτρολογούν χιλιάδες captcha (τις μικρές λέξεις που πρέπει να γράφουμε για την εγγραφή σε μια ιστοσελίδα) με τιμές που κυμαίνονται από  0.006 έως 0.008 δολάρια ανά κωδικό.

Κινέζικες εταιρείες όπως η Zhubajie και η Sandaha προχωρούν ένα βήμα περισσότερο αναλαμβάνοντας με το αζημίωτο να παρεμβαίνουν σε δίκτυα κοινωνικής δικτύωσης και chat rooms για λογαριασμό εταιρειών και κομμάτων. Ο μεγάλος τιμονιέρης της ψηφιακής απάτης όμως είναι το ίδιο το κομμουνιστικό κόμμα Κίνας, το οποίο εδώ και χρόνια στρατολογεί τα λεγόμενα «κόκκινα γιλέκα» ή «50 σεντς» - φοιτητές ή νεαρούς δημόσιους υπαλλήλους οι οποίοι πληρώνονται με 50 σεντς του κινεζικού Γουάν για κάθε φιλοκυβερνητικό μήνυμα που θα ποστάρουν στο Ιντερνετ.

Η χώρα πάντως που μετέτρεψε το Astroturfing σε πραγματική τέχνη είναι το Ισραήλ.  Όπως είχε αποκαλύψει το περιοδικό Wired, το ισραηλινό υπουργείο εξωτερικών δημιούργησε το λεγόμενο internet warfare squad - ομάδες χειριστών, που γνωρίζουν τουλάχιστον δυο ξένες γλώσσες και αναλαμβάνουν να παρεμβαίνουν σε συζητήσεις και να αφήνουν μηνύματα σε ιστοσελίδες τις οποίες επιλέγει το υπουργείο εξωτερικών. Ο αρχικός προϋπολογισμός για τις συγκεκριμένες ομάδες κυμαίνονταν στα 150.000 ευρώ αλλά πιστεύεται ότι έκτοτε αυξήθηκε αισθητά.  
Στην μάχη της ισραηλινής προπαγάνδας όμως λειτουργούν και ιδιωτικές οργανώσεις όπως η JIDF (Jewish Internet Defense Force) οι οποίες παρουσιάζονται σαν ανεξάρτητες ομάδες bloger - αν και δημοσιεύματα της ισραηλινής εφημερίδα Haaretz αναφέρουν ότι σχετίζονται με μυστικές υπηρεσίες, όπως η Μοσάντ. Όπως έγινε μάλιστα γνωστό στις αρχές Ιανουαρίου, τις υπηρεσίες της στη διαδικτυακή προπαγάνδα του Ισραήλ προσφέρει πλέον και η Εθνική Ένωση Ισραηλινών Φοιτητών (NUIS) η οποία δίνει 2.000 δολάρια σε χρήστες που θα αναλάβουν να στέλνουν μηνύματα υπέρ του κράτους του Ισραήλ για πέντε ώρες την εβδομάδα.

Στην Ελλάδα ο ισραηλινός μηχανισμός προπαγάνδας έκανε την πλέον δυναμική εμφάνισή του λίγες ημέρες πριν και μετά τη δολοφονική επίθεση στο στόλο της ελευθερίας. Όσοι παρακολούθησαν μέσω του Ιντερνετ την επιδρομή το βράδυ της 31ης Μάιου του 2010 θυμούνται τους δεκάδες λογαριασμούς που έστελναν πανομοιότυπα μηνύματα υποστήριξης του Ισραήλ ή έκαναν το λεγόμενο τρολλινγκ για να μπλοκάρουν τις συζητήσεις σε ιστοσελίδες που ακολουθούσαν την πορεία των πλοίων. Η @cyberela, που βρέθηκε εκείνο το βράδυ στο «ψηφιακό κατάστρωμα» της επίσημης ιστοσελίδας της ελληνικής αποστολής θυμάται ότι πριν ξεκινήσει η επιδρομή των ισραηλινών κομάντος «παρουσιάστηκε στο chat της ιστοσελίδας πολύ έντονη δραστηριότητα από trolls που άρχισαν να βρίζουν τα μέλη της αποστολής αλλά και την Τουρκία και την Ελλάδα». Ενώ μάλιστα οι διαχειριστές του site μπλόκαραν συνεχώς τους κακόβουλους σχολιαστές αυτοί εμφανίζονταν με διαφορετικό IP address (τη μοναδική «ταυτότητα» που χαρακτηρίζει κάθε σύνδεση στο Ιντερνετ) γεγονός που σημαίνει είτε ότι διέθεταν πολύ μεγάλο αριθμό υπολογιστών και συνδέσεων είτε τεχνογνωσία που δεν μπορεί να έχει ένας απλός χρήστης.

Καθώς όμως αυτές οι επιχειρήσεις προπαγάνδας απαιτούν πολύ μεγάλες ομάδες «κυβερνοπολεμιστών», αρκετές εταιρείες και κυβερνήσεις άρχισαν να αναζητούν αυτοματοποιημένους τρόπους για τη δημιουργία ψεύτικων προφίλ. Οι πρώτες απόπειρες ήταν μάλλον αποτυχημένες  καθώς οι λογαριασμοί που δημιουργούνταν συνήθως δεν εμφανίζουν δραστηριότητα και έτσι γίνονται εύκολα αντιληπτοί. Στο Twitter αυτοί οι ψεύτικοι λογαριασμοί είναι γνωστοί σαν «αβγά» - γιατί οι δημιουργοί τους αφήνουν την προεπιλεγμένη φωτογραφία του αβγού, που δίνει η υπηρεσία. Συνήθως τα αβγά έχουν από 0 έως 4-5 followers, στέλνουν μόνο ένα tweet γενικού περιεχομένου και δεν απαντούν σε μηνύματα άλλων χρηστών. Στην Ελλάδα το φαινόμενο ήρθε στην επιφάνεια από το λογαριασμό Twitter του skai.gr, ο οποίος ακολουθείται από χιλιάδες αβγά - γεγονός που επιτρέπει στο σταθμό να ισχυρίζεται ότι έχει τουλάχιστον 70.000 followers.
Προκειμένου να αποφύγει τέτοιου είδους εξευτελισμούς η αμερικανική κυβέρνηση ανέθεσε στην ιδιωτική εταιρεία, Hbgary federal να δημιουργήσει λογισμικό το οποίο θα μπορεί να παράγει αληθοφανή προφίλ χρηστών τα οποία στη συνέχει διαχειρίζονται κυβερνητικοί υπάλληλοι. Μια πολύ πιο εξελιγμένη μορφή της ίδιας τεχνολογίας προωθεί εδώ και χρόνια και η Κεντρική Διοίκηση (Centcom)  του αμερικανικού Πενταγώνου. Σε συνεργασία με ιδιωτικές εταιρείες η διοίκηση δημιούργησε δεκάδες ψεύτικα προφίλ τα οποία χειρίζονται αραβόφωνοι υπάλληλοι στην αεροπορική βάση Μακντιλ στην Τάμπα της Φλόριντα. Κάθε χειριστής ελέγχει δέκα ψηφιακές περσόνες οι οποίες στήνονται σε εικονικούς διακομιστές (virtual servers) που δίνουν την εντύπωση ότι ο υπολογιστής λειτουργεί σε χώρες όπως το Ιράκ ή το Αφγανιστάν. Όπως αποκάλυψε ο Guardian, τη δημιουργία των προφίλ ανέλαβε η αμερικανική εταιρεία Ntrepid έναντι 2.5 εκατομμυρίων δολαρίων.

Yes, he can

Το αμερικανικό πνεύμα για την παρέμβαση στα social media θα φτάσει δειλά δειλά στην Ελλάδα το 2005 όταν ο Γιώργος Παπανδρέου δημιουργεί τη λεγόμενη ομάδα εθελοντών διαδικτύου (http://ethelontes.pasok.gr). Ίσως η καθοριστικότερη στιγμή όμως έρχεται το Νοέμβριο του 2006 όταν ο blogger Παναγιώτης Βρυώνης (vrypan) λαμβάνει ένα αναπάντεχο προσωπικό mail (με ελαφρώς αμερικανικό συντακτικό) από τον Γ. Παπανδρέου. «Ακούω κατά καιρούς τα podcasts σου. Τα βρίσκω πολύ ενδιαφέροντα αλλά και ακόμα περισσότερο και τη γνώση σου για τις τεχνολογικές εξελίξεις γύρω από το μέσο του διαδικτύου, το Web 2.0, youtube, wikipedia, κλπ. Προσωπικά θα ήθελα να δω πως τα εργαλεία αυτά μπορούν να χρησιμοποιηθούν και για μια πιο συμμετοχική και δημοκρατική πολιτική δράση υπέρ των πολιτών. Αν έχεις ευκαιρία πολύ θα ήθελα να βρεθούμε...». Ο Βρυώνης  (οποίος δεν απάντησε σε ερωτήσεις του Unfollow επικαλούμενος φόρτο εργασίας) θα αναλάβει τελικά ρόλο συμβούλου στα social media του ΠΑΣΟΚ και από εκεί θα αρχίσει να υφαίνει το πράσινο δίκτυο του Παπανδρέου. Το μοντέλο που ακολουθεί αποτελεί «φωτοτυπία» της ομάδας social media του Δημοκρατικού Κόμματος των ΗΠΑ - o vrypan μάλιστα θα ταξιδέψει στις ΗΠΑ για να παρακολουθήσει το συνέδριο του κόμματος το 2008. Η πορεία του άλλωστε είναι σχεδόν πανομοιότυπη με αυτή του Τζέσε Λι,  του ανθρώπου που είχε αναλάβει την προεκλογική προώθηση του δημοκρατικού κόμματος και στη συνέχεια διορίστηκε επικεφαλής στη διεύθυνση social media του Λευκού Οίκου.

Ένα χρόνο μετά την ανάληψη των καθηκόντων του στο πλευρό του Γ. Παπανδρέου ο Βρυώνης θα οργανώσει και την πρώτη «συνάντηση bloggers  ΠΑΣΟΚ» στο περιθώριο της Κεντρικής Οργανωτικής Επιτροπής Συνεδρίου (ΚΟΕΣ) του κόμματος. Μεταξύ άλλων υπόσχεται στους καλεσμένους του ότι το ΠΑΣΟΚ θα τους λύσει «ανυπέρβλητα τεχνικά εμπόδια... ώστε να κάνει τις δράσεις μας πιο αποτελεσματικές». Στην πρώτη εκείνη συνάντηση θα δηλώσουν συμμετοχή ορισμένα από τα πιο γνωστά «πράσινα γιλέκα» του κόμματος όπως ο Παναγιώτης Παπαχατζής (@papachatzis), ο Στέφανος Παπανώτας (@papano), ο Γιώργος Παπούλιας (@gpapoul) κ.ά
«Το ΠΑΣΟΚ και ο Γ. Παπανδρέου» θα εξηγήσει στο Unfollow ο Ματθαίος Τσιμιτάκης, δημοσιογράφος και ακτιβιστής που βρέθηκε αρκετές φορές σε αντίπαλα ψηφιακά μετερίζια «είναι το πρώτο κόμμα που αποκτά μια συγκροτημένη ομάδα στο διαδίκτυο με σαφή ιεραρχική δομή και κεντρική καθοδήγηση». Την ψηφιακή κυριαρχία του κόμματος είχε επιβεβαιώσει από το 2009 και έρευνα της εταιρείας Communication Effect η οποία σημείωνε ότι «το προσωπικό ενδιαφέρον του Παπανδρέου έχει οδηγήσει το ΠΑΣΟΚ σε σημαντική επένδυση (υποδομές, κατευθύνσεις προς βουλευτές/στελέχη, αξιοποίηση ειδικών/αναγνωρισμένων προσώπων, κλπ)».

Δεύτερη, αλλά μάλλον καταϊδρωμένη, η Ντόρα Μπακογιάννη θα επιχειρήσει το πρώτο άνοιγμα σε έλληνες blogger με την ιδιότητά της ως υπουργού εξωτερικών τον Απρίλιο του 2008.  Αντίθετα η Νέα Δημοκρατία θα αργήσει πολύ να αντιληφθεί την ψηφιακή κυριαρχία του ΠΑΣΟΚ (ο εκπρόσωπος του κόμματος Ι. Μιχελάκης επίσης απέφυγε να απαντήσει σε ερωτήσεις μας για το τμήμα των social media της παράταξής του).
Ο Γ. Παπανδρέου θα τιμήσει ποικιλοτρόπως τους κυβερνο-συνεργάτες του όπως τον  Π. Βρυώνη και την Αίγλη Μπαλαμάτση που είχε την ευθύνη για την ιστοσελίδα του κόμματος (και η οποία όπως θα μαντέψατε επίσης δεν απάντησε σε ερωτήσεις του Unfollow). Και οι δυο διορίζονται αρχικά στο πρωθυπουργικό γραφείο και στη συνέχεια αμισθί στα διοικητικά συμβούλια μεγάλων οργανισμών (ο @vrypan στον ΟΠΑΠ και η @abalamatsi στον ΕΟΤ).
Πού σταματά λοιπόν ο αστικός μύθος για τους 100 «κυβερνομαχητές» του Γιώργου Παπανδρέου και που ξεκινά η πραγματικότητα; Ο πρώην πρωθυπουργός είχε δημιουργήσει πραγματικά τις υποδομές για μια δυναμική παρέμβαση στον διαδικτυακό διάλογο. Αν και δεν υπάρχουν συγκεκριμένες καταγγελίες για τεχνικές astroturfing πολλές φορές τα μέλη αυτών των ομάδων βρέθηκαν στην πρώτη γραμμή επιθέσεων σε πολιτικούς αντιπάλους του κόμματος). Είναι δεδομένο ότι ο πρώην πρωθυπουργός άλλαξε τα δεδομένα της πολιτικής παρέμβασης στα social media. Η πολιτική του πορεία όμως έδειξε ότι αυτό δεν ήταν αρκετό. Όταν στην επέτειο της 28ης Οκτωβρίου οι πολίτες αποφάσισαν να αποδοκιμάσουν μαζικά την πολιτική του το ψηφιακό του Firewall δεν στάθηκε ικανό να σταματήσει την αποκαθήλωσή του.
Πηγή infowar

Σάββατο 21 Απριλίου 2012

Ιππόδρομος Κωνσταντινούπολης

Συγγραφή : Barker John (8/1/2008) Μετάφραση : Πέτρακα Ελένη
1. Τοπογραφία

Ο ιππόδρομος ήταν ένας από τους πέντε τύπους χώρων δημόσιας ψυχαγωγίας στις πόλεις της Αρχαιότητας. Το ωδείο (αίθουσα μουσικών εκδηλώσεων) ήταν συγκριτικά μικρό σε μέγεθος και χωρητικότητα και το μοναδικό που ήταν στεγασμένο. Οι άλλοι χώροι, υπαίθριοι, είχαν διαφορετικές χρήσεις: το θέατρο, ημικυκλικού σχήματος, προοριζόταν για διάφορες σκηνικές παραστάσεις· το αμφιθέατρο, σχήματος ελλειπτικού, είχε αναπτυχθεί από τους Ρωμαίους για τα θεάματα με μονομαχίες και θηριομαχίες· το στάδιο ήταν επίμηκες, ορθογώνιο, με αψιδωτή τη μία στενή πλευρά του και προοριζόταν για αγώνες στίβου, ενώ ο ιππόδρομος (το ρωμαϊκό circus), με την ίδια ουσιαστικά μορφή, αλλά μεγαλύτερος, χρησιμοποιούνταν για ιπποδρομίες και αρματοδρομίες. Όλοι οι τύποι είχαν επάλληλες σειρές λίθινων κερκίδων χτισμένων πάνω σε εσωτερική θολωτή κατασκευή. Οι λειτουργίες τους αλληλοεπικαλύπτονταν ορισμένες φορές.

Ο Ιππόδρομος της Κωνσταντινούπολης, που είχε πρότυπο τον Circus Maximus της Ρώμης, ήταν ένας από τους μεγαλύτερους. Η βυζαντινή εκδοχή του είχε μήκος μεταξύ 450 και 480 μέτρων, εξωτερικό πλάτος 117 μέτρα και εσωτερικό πλάτος περίπου 80 μέτρα. Υπολογίζεται ότι χωρούσε περίπου 100.000 άτομα.1 Το νοτιοδυτικό ημικυκλικό άκρο (η σφενδόνη) επιστεφόταν με μια κιονοστοιχία.
Στο ευθύ (βορειοανατολικό) άκρο υπήρχαν δώδεκα πύλες (carceres, κάγκελλα ή θύραι) που είχαν τη δυνατότητα να ανοίγουν συγχρόνως με αυτόματο μηχανισμό. Σε έναν πύργο πάνω από αυτές τις πύλες είχαν στηθεί τα περίφημα τέσσερα χάλκινα άλογα, τα οποία μετά το 1204 τα πήραν οι Ενετοί και τα τοποθέτησαν πάνω από την πύλη της βασιλικής του Αγίου Μάρκου.2 Στο μέσο περίπου της ανατολικής πλευράς, πάνω από τα καθίσματα, ήταν τοποθετημένο το αυτοκρατορικό θεωρείο (κάθισμα), το οποίο συνδεόταν με το Μέγα Παλάτιο, που βρισκόταν πίσω από τον Ιππόδρομο. Στο κέντρο του στίβου εκτεινόταν ένα χαμηλό φράγμα (εύριπος ή spina),3 γύρω από το οποίο πραγματοποιούνταν οι αρματοδρομίες, με φορά αντίθετη προς εκείνη των δεικτών του ρολογιού. Σε κάθε άκρο του ευρίπου υπήρχε ένας πάσσαλος (καμπτήρ) που όριζε το σημείο στροφής, ενώ κατά μήκος του φράγματος ήταν τοποθετημένα διάφορα διακοσμητικά στοιχεία, καθώς επίσης και πλαίσια, καθένα από τα οποία συγκρατούσε μεταλλικά ομοιώματα επτά δελφινιών· αυτά περιστρέφονταν με τη σειρά, για να ενημερώνουν τους θεατές για τη ροή των επτά γύρων που αντιστοιχούσαν σε κάθε αγώνα. Σε αυτούς τους αγώνες, που πραγματοποιούνταν σε σταθερές ημερομηνίες κάθε έτος, έπαιρναν μέρος ηνίοχοι, καθένας με ένα τέθριππο (μία δίτροχη άμαξα που συρόταν από μία τετράδα άλογα). Στα διαλείμματα, ακροβάτες, χορευτές και μουσικοί πρόσφεραν ψυχαγωγία.4

2. Πρώιμη ιστορία

Ως προς την κατασκευή του, χρονικά ο Ιππόδρομος προηγείται της ίδιας της Κωνσταντινούπολης. Η αρχαία ελληνική πόλη του Βυζαντίου, που καταστράφηκε από το Σεπτίμιο Σεβήρο (193-211) για την προδοσία της, ανοικοδομήθηκε από τον ίδιο το 203. Η ογκωδέστατη θεμελίωσή του είναι ακόμη ορατή κάτω από τη σφενδόνη του Ιπποδρόμου στο κατωφερές νότιο ανάχωμά της. Ο Ιππόδρομος του Σεβήρου έμεινε ημιτελής· επεκτάθηκε και ολοκληρώθηκε στο πλαίσιο των έργων του Μεγάλου Κωνσταντίνου (324-337), ο οποίος μετέτρεψε το αρχαίο Βυζάντιο στη νέα του πρωτεύουσα, την Κωνσταντινούπολη· η κατασκευή του τελείωσε το 330.5

Οι διάδοχοι του Κωνσταντίνου συνέχισαν την πρακτική του και μετέφεραν πολύτιμα γλυπτά για τη διακόσμηση της σπίνας του Ιπποδρόμου, κατά μίμηση του Circus Maximus.6 Ανάμεσα σε περίφημα χάλκινα αγάλματα, βρισκόταν εκεί, τοποθετημένη σε κεντρικό σημείο, η μεγάλη χάλκινη στήλη των Όφεων, η οποία προερχόταν από τους Δελφούς και ήταν αφιέρωμα σε ανάμνηση της ελληνικής νίκης επί των Περσών το 479 π.Χ.7 Η μνήμη της αρχικής σημασίας αυτών των μνημείων δε διατηρούνταν πάντοτε: η ίδια η στήλη των Όφεων χρησιμοποιήθηκε κάποιο χρονικό διάστημα ως κρήνη.

Στα βόρεια της στήλης ήταν τοποθετημένος ένας αιγυπτιακός οβελίσκος. Ήταν ο δεύτερος από ένα ζευγάρι οβελίσκων που είχε στήσει κοντά στις Θήβες ο φαραώ Τούθμωσης Γ΄, στο 15ο αι. π.Χ. Ο πρώτος οβελίσκος είχε τοποθετηθεί στο Circus Maximus στη Ρώμη, ενώ ο δεύτερος μεταφέρθηκε στην Κωνσταντινούπολη. Κατά τη μεταφορά έσπασε, αλλά το 390 το σωζόμενο ένα τρίτο του ανώτερου τμήματός του στήθηκε, προς τιμήν του αυτοκράτορα Θεοδοσίου Α΄ (379-395), πάνω σε μια βάση όπου λαξεύτηκαν θριαμβικές σκηνές με τον αυτοκράτορα και τους γιους του, καθώς και σκηνές από την ανέγερση του οβελίσκου.8

Από την άλλη πλευρά της στήλης των Όφεων κατασκευάστηκε, πιθανότατα επίσης τον 4ο αιώνα, ένας οβελίσκος από συναρμοσμένους λίθους. Το 16ο αιώνα ένας Γάλλος περιηγητής τού έδωσε την ονομασία «Κολοσσός» λόγω μιας επιγραφής –η οποία τον συνέκρινε με τον αρχαίο Κολοσσό της Ρόδου– που είχε τοποθετηθεί στον οβελίσκο από τον αυτοκράτορα Κωνσταντίνο Ζ΄ Πορφυρογέννητο (913-959), στον οποίο και αποδίδεται λανθασμένα.

3. Λειτουργίες και θεσμοί

3.1. Ο Ιππόδρομος στην αυτοκρατορική ιδεολογία της Κωνσταντινούπολης

Κατά τη μετατροπή της πόλης του Βυζαντίου σε νέα πρωτεύουσα, ο Κωνσταντίνος έδωσε έμφαση στη διαμόρφωση του μνημειακού πυρήνα της, κατ’ αρχάς ολοκληρώνοντας τα οικοδομήματα του Σεβήρου. Η μνημειακή διαμόρφωση του σημείου εκείνου με εμβόλους, το Τετράστωο, τη Βασιλική κινστέρνα, τα λουτρά του Ζευξίππου και τον Ιππόδρομο υπήρξε ακρογωνιαίος λίθος του σχεδιασμού της κωνσταντίνειας πόλης. Ο τρόπος με τον οποίο διαχειρίστηκε τα υπάρχοντα οικοδομήματα του Σεβήρου δημιούργησε ένα μνημειακό σύνολο ανεξάρτητων αλλά αλληλοσυνδεόμενων δημόσιων χώρων που ανταποκρίνονταν αλλά και όριζαν το δημόσιο αστικό βίο. Συγκεντρώνοντας πέντε μείζονα αυτοκρατορικά καθιδρύματα (το Αυγουσταίον, τη Βασιλική κινστέρνα, τον Ιππόδρομο, το Μέγα Παλάτιο και τα λουτρά του Ζευξίππου) σε μια σχετικά μικρή έκταση, ο Κωνσταντίνος προσπάθησε να δώσει μνημειακή έκφραση στα στοιχεία που έδιναν ρωμαϊκό χαρακτήρα στην πόλη: στη μεγαλοπρέπεια, την αυτοκρατορία και τους θεσμούς της Ρώμης. Ο Ιππόδρομος, προσαρτημένος στο ανάκτορο, αποτελούσε έκφραση μιας μοναδικά ρωμαϊκής νοοτροπίας· πρόκειται για συνδυασμό που απαντάται στις ρωμαϊκές πρωτεύουσες της Τετραρχίας και απορρέει από τη σχέση μεταξύ του Circus Maximus και της αυτοκρατορικής κατοικίας στη Ρώμη. Το ρωμαϊκό στοιχείο που ανακαλούσαν οι θεσμοί και τα μνημεία της πόλης ήταν ταυτόχρονα γενικό και εντοπισμένο. Από τη μία πλευρά, χώροι όπως τα λουτρά του Ζευξίππου και ο Ιππόδρομος δημιουργούσαν το αίσθημα του συνανήκειν στη ρωμαϊκή αυτοκρατορική εμπειρία. Από την άλλη, η συναρμογή του Ιπποδρόμου με το Παλάτιο σφυρηλατούσε έναν πιο συγκεκριμένο δεσμό, που ένωνε απευθείας και με τρόπο μύχιο την Κωνσταντινούπολη με την πόλη της Ρώμης, μεταμορφώνοντάς τη σε Νέα Ρώμη.9

3.2. Ο Ιππόδρομος ως πολιτικός θεσμός

Στις αρχαίες πόλεις, τα θέατρα ήταν χώροι δημόσιων συγκεντρώσεων, όπως επίσης και ψυχαγωγίας. Καθώς η πρωτοβυζαντινή Κωνσταντινούπολη έπαιρνε σχήμα, δεν ανέπτυξε κανένα από τα παλαιά υπαίθρια θέατρα, κι έτσι ο Ιππόδρομος παρέμεινε ο μεγαλύτερος χώρος τακτικών δημόσιων συγκεντρώσεων της πόλης, ως μέρος ενός ενιαίου συγκροτήματος. Στα βορειοανατολικά του βρισκόταν η μεγάλη πλατεία του Αυγουσταίου, γύρω από το οποίο υπήρχαν σημαντικά δημόσια και διοικητικά κτήρια. Πιο πέρα ήταν χτισμένο το Πατριαρχείο και η Αγία Σοφία, τόπος όπου εκτυλισσόταν το αυτοκρατορικό τελετουργικό στην πνευματική του διάσταση. Ενώ το παρακείμενο Μεγάλο Παλάτι στέγαζε το τυπικό της Αυλής, ο Ιππόδρομος ήταν ο χώρος για το πολιτικό τελετουργικό. Εδώ και μόνο εδώ, ο αυτοκράτορας ερχόταν σε επαφή με τη μάζα του λαού της πόλης κατά τη διάρκεια των περιοδικών εορταστικών εκδηλώσεων. Εδώ παρουσιάζονταν οι νέοι αυτοκράτορες, εδώ πραγματοποιούνταν εκτελέσεις σημαντικών προσώπων (π.χ. του στρατηγού Ναρσή από τον αυτοκράτορα Φωκά το 603) και εορτασμοί (π.χ. ο θρίαμβος του στρατηγού Βελισάριου επί βασιλείας Ιουστινιανού, το 534). Ο Ιππόδρομος ήταν σημαντικός για τη θριαμβική αυτοκρατορική ιδεολογία, καθώς εδραίωνε τον παραλληλισμό ανάμεσα στα αγωνίσματα του ιπποδρόμου και τον αυτοκρατορικό θρίαμβο· το θέμα αυτό προκύπτει συχνά στην αυτοκρατορική εικονογραφία και παρουσιάζεται και στον οβελίσκο του Θεοδοσίου, στη βάση του οποίου σκηνές με τον αυτοκράτορα να προΐσταται των αγωνισμάτων παραβάλλονται με σκηνές αυτοκρατορικού θριάμβου επί των βαρβάρων. Οι επευφημίες του λαού στον Ιππόδρομο αναδείκνυαν την αυτοκρατορική παντοδυναμία με τη μορφή ενός τελετουργικού στο οποίο το βασικό ρόλο είχε ο λαός, και το επιβίωσε και σε μεταγενέστερες περιόδους, όπως δείχνει το Περί βασιλείου τάξεως.10

Επιπλέον, η δραστηριότητα που σχετιζόταν με τους αγώνες γέννησε τους μοναδικούς θεσμούς που επέτρεπαν ενεργό λαϊκή συμμετοχή. Επρόκειτο για τους περίφημους δήμους, τις φατρίες του Ιπποδρόμου. Τέσσερις φατρίες, οι οποίες προσδιορίζονταν με χρώματα και υποστήριζαν τους επαγγελματίες ηνιόχους, που ήταν συχνά δημοφιλέστατες προσωπικότητες, μεταφυτεύτηκαν από τη Ρώμη στην Κωνσταντινούπολη (και το ίδιο συνέβη και σε άλλες πόλεις). Οι δύο δευτερεύουσες φατρίες, οι Λευκοί και οι Ρούσιοι (Κόκκινοι), επισκιάζονταν συστηματικά και τελικά ενσωματώθηκαν ουσιαστικά στις δύο πιο σημαντικές, τους Βένετους (Γαλάζιους) και τους Πράσινους. Κάθε δήμος είχε τη δική του κερκίδα στη δυτική πλευρά του Ιπποδρόμου, απέναντι από το κάθισμα και στη γραμμή τερματισμού, καθώς και λέσχες και χώρους στη γύρω περιοχή. Καθώς οι δήμοι (και κυρίως οι Πράσινοι και οι Βένετοι) αποκτούσαν όλο και μεγαλύτερη επιρροή και ανέπτυσσαν ιδιαίτερα χαρακτηριστικά εν είδει πολιτικών κομμάτων, ο Ιππόδρομος εξελισσόταν σε τόπο όπου ο λαός εξέφραζε δημόσια τη γνώμη του και εκτόξευε πολιτικά φορτισμένα συνθήματα, παίρνοντας θέση ως προς τα ζητήματα που ανέκυπταν στην Αυλή, τους κοινωνικούς συσχετισμούς και τις εκρηκτικές θρησκευτικές διαμάχες της εποχής. Προκειμένου να εξασφαλίζουν τη λαϊκή υποστήριξη, οι αυτοκράτορες συχνά έδειχναν εύνοια στον ένα ή στον άλλο δήμο, των οποίων η ανάμειξη στα πολιτικά πράγματα αποδείχτηκε κρίσιμη πάνω από μια φορά.11

Η αποχαλίνωση των δήμων κορυφώθηκε τον Ιανουάριο του 532, όταν ένωσαν προσωρινά τις δυνάμεις τους στη λεγόμενη Στάση του Νίκα. Επί 19 ημέρες προκαλούσαν ανοιχτά τον αυτοκράτορα Ιουστινιανό (527-565), έκαναν καταστροφές μέσα στην πόλη και δοκίμασαν να τον εκθρονίσουν. Οι ταραχές καταπνίγηκαν μόνο όταν περίπου 30.000 στασιαστές συνελήφθησαν στον Ιππόδρομο και σφαγιάστηκαν. Έπειτα από μια σύντομη περίοδο περιορισμού, ταραχές από τις φατρίες ξέσπασαν εκ νέου τον 7ο αιώνα, αλλά μέχρι τον 8ο αιώνα οι δήμοι και οι ηγέτες τους είχαν πλέον περιοριστεί σε εθιμοτυπικό ρόλο. Στην πραγματικότητα έχει δοθεί υπερβολική έμφαση στον υποτιθέμενο ρόλο των δήμων ως υποκαταστάτων «πολιτικών κομμάτων» την εποχή που βρίσκονταν στο απόγειό τους: τα ενεργά μέλη τους ήταν απλώς ένα μέρος του λαού και, παρά τις κάποιες συγγενείς λειτουργίες, στην πραγματικότητα δεν ήταν κάτι παραπάνω από θορυβώδεις αθλητικές λέσχες.

4. Μεταγενέστερη ιστορία

Αν και ο ρόλος των φατριών ολοένα μειωνόταν, η αγάπη του πλήθους για τις αρματοδρομίες καθόλου δε συρρικνώθηκε, παρά το γεγονός ότι η Εκκλησία εναντιωνόταν σε αυτό. Παρόλο που το άθλημα αυτό σταδιακά εξασθενούσε και εξαφανιζόταν από τις εναπομείνασες πόλεις της Αυτοκρατορίας, παρέμενε η πλέον δημοφιλής ψυχαγωγία στην πρωτεύουσα, μέχρι την τελική διακοπή των αρματοδρομιών από την Δ΄ Σταυροφορία (1202-1204). Κατά το 12ο αιώνα, οι επισκέπτες της πόλης συνεχίζουν να αναφέρονται στα θεάματα που προσφέρονταν στον Ιππόδρομο. Πάντως, το παλιό άθλημα βρήκε ανταγωνιστές σε εναλλακτικούς τρόπους ψυχαγωγίας, όπως οι δυτικότροπες έφιππες κονταρομαχίες, που ευνοήθηκαν ιδιαίτερα από το θαυμαστή των Δυτικών, τον αυτοκράτορα Μανουήλ Α΄ (1143-1180).12 Στον Ιππόδρομο συντελέστηκαν και σκοτεινά γεγονότα, όταν ο όχλος της πόλης πρωτοστάτησε στον άγριο βασανισμό και στην εκτέλεση του εκθρονισμένου αυτοκράτορα Ανδρόνικου Α΄ (1183-1185). Ήδη ερειπωμένος, ο Ιππόδρομος άρχισε να καταρρέει κατά τη διάρκεια της λατινικής κυριαρχίας (1204-1261), οπότε οι θησαυροί και τα διακοσμητικά του στοιχεία λαφυραγωγήθηκαν ή καταστράφηκαν από τους σταυροφόρους. Τους δύο τελευταίους αιώνες του Βυζαντίου, ο Ιππόδρομος ήταν ερειπωμένος, αν και χρησιμοποιήθηκε περιστασιακά για έφιππες κονταρομαχίες.

Όταν οι Οθωμανοί Τούρκοι κατέκτησαν την πόλη το 1453, άφησαν το χώρο ανοιχτό και τον χρησιμοποιούσαν ως πεδίο ασκήσεων, γνωστό με το όνομα Atmeydani («πεδίο των αλόγων»). Όμως η κιονοστοιχία της σφενδόνης γκρεμίστηκε το 1550, ενώ οι παλιές κατασκευές με τα έδρανα καταπατήθηκαν βαθμιαία και καταστράφηκαν από τα νέα τουρκικά κτήρια (π.χ. το παλάτι του Ιμπραήμ πασά του 16ου αιώνα, το Μπλε Τζαμί του σουλτάνου Αχμέτ Α΄ του 17ου αιώνα). Το 1700 μερικά βίαια μέλη μιας πολωνικής διπλωματικής αντιπροσωπείας έκοψαν και μετέφεραν το ανώτερο τμήμα της στήλης των Όφεων, αν και μέρος της κεφαλής ενός φιδιού σώζεται στο αρχαιολογικό μουσείο της Πόλης. Το 1890 ο Γάλλος σχεδιαστής Bouvard άρχισε να σχεδιάζει εκ νέου ένα περιορισμένης έκτασης πάρκο μέσα στο χώρο του παλαιού Ιπποδρόμου. Αυτό το έργο ολοκληρώθηκε έπειτα από μια δεκαετία στη βορειοανατολική γωνία, με την περίτεχνη πηγή που δόθηκε στο σουλτάνο Αβδούλ Χαμίτ Β΄ από τον αυτοκράτορα Γουλιέλμο Β΄ με την ευκαιρία της επίσκεψής του στην πόλη το 1895. Κάποιες διάσπαρτες ανασκαφές γύρω από την περιοχή έχουν αποκαλύψει ελάχιστα ίχνη του Ιπποδρόμου και του περιβάλλοντος χώρου. Αλλά αυτό το πάρκο, που αποτελεί αναντίρρητα έναν υπέροχο δημόσιο χώρο, ακόμη διατηρεί στο κέντρο του τους δύο οβελίσκους και τον κορμό της στήλης των Όφεων.

1. Για μια εκτίμηση των διαστάσεων του Ιπποδρόμου, σύμφωνα με τις πηγές, βλ. Guilland, R., “Etude sur l’Hippodrome de Byzance: Les dimensions de l’hippodrome”, Byzantinoslavica 31:1 (1970), σελ. 1-11. Για μια γενική παρουσίαση της ιστορίας του, βλ. Müller-Wiener, W., Bildlexikon zur Topographie Istanbuls, Byzantion – Konstantinupolis – Istanbul bis zum Beginn d. 17. Jh. (Tübingen 1977), σελ. 64-71.

2. Guberti Basset, S., “The Antiquities in the Hippodrome in Constantinople”, Dumbarton Oaks Papers 45 (1991), σελ. 89· Basset, S., The Urban Image of Late Antique Constantinople (Cambridge 2004), σελ. 222-223, με αναφορές στις βυζαντινές πηγές.

3. Σχετικά με την αμφισημία του όρου «εύριπος» στις βυζαντινές πηγές, βλ. Mango, C., “L’Euripe de l’hippodrome de Constantinople”, Revue des Études Byzantines 7 (1949-1950), σελ. 180-193.

4. Guilland, R., “Etude sur l’Hippodrome de Byzance: Les spectacles de l’hippodrome”, Byzantinoslavica 27:2 (1970), σελ. 289-307.

5. Guilland, R., “Etude sur l’Hippodrome de Byzance: l’hippodrome de Sévère et l’Hippodrome de Constantine le Grand”, Byzantinoslavica 31 (1970), σελ. 182-188.

6. Basset, S., The Urban Image of Late Antique Constantinople (Cambridge 2004), σελ. 25, εικ. 4. Βλ. επίσης σελ. 212-232, για έναν αναλυτικό κατάλογο των αρχαιοτήτων στον Ιππόδρομο, με αναφορές στις βυζαντινές πηγές.

7. Basset, S., The Urban Image of Late Antique Constantinople (Cambridge 2004), σελ. 224-227.

8. Basset, S., The Urban Image of Late Antique Constantinople (Cambridge 2004), σελ. 219-222.

9. Dagron, G., Naissance d’une capitale. Constantinople et ses institutions de 330 à 4512 (Paris 1984), σελ. 328-330· Basset, S., The Urban Image of Late Antique Constantinople (Cambridge 2004), σελ. 23, 26-28.

10. Dagron, G., Naissance d’une capitale. Constantinople et ses institutions de 330 à 4512 (Paris 1984), σελ. 311-312.

11. Dvornik, F., “The Circus Parties in Byzantium: Their Evolution and Suppression”, Byzantina-Metabyzantina 1 (1946), σελ. 124-125. Πρβλ. Cront, G., “Les Dèmes et les partis politiques dans l’Empire byzantin aux Ve-VIIe siècles”, Revue des Etudes Sud-Est Européennes 7 (1969), σελ. 671-674.

12. Janin, R., Constantinople byzantine. Développement urbain et répertoire topographique2 (Paris 1964), σελ. 184-185.

Πηγή

Για παραπομπή: Barker John, «Ιππόδρομος»,
Εγκυκλοπαίδεια Μείζονος Ελληνισμού, Κωνσταντινούπολη
URL:

Παρασκευή 20 Απριλίου 2012

Πραιπόσιτος

Ο πραιπόσιτος του ιερού κουβουκλίου ή του ευσεβεστάτου κοιτώνος ήταν επόπτης ή προϊστάμενος στις υπηρεσίες του παλατιού και ανώτατος αυλικός αξιωματούχος. Το αξίωμα εμφανίζεται στην Πρώιμη Βυζαντινή περίοδο. Μετά τον 6ο αιώνα, τον αντικαθιστά στα καθήκοντά του ο παρακοιμώμενος, οι αρμοδιότητές του περιορίζονται και αποκτά χαρακτήρα τιμητικού τίτλου. Το αξίωμα παύει να υπάρχει στα τέλη του 11ου αιώνα.

Η μεταφορά αρχαίων έργων τέχνης στην Κωνσταντινούπολη

[Συγγραφή : Μπούνια Αλεξάνδρα (2/8/2007) Για παραπομπή: Μπούνια Αλεξάνδρα, «Η μεταφορά αρχαίων έργων τέχνης στην Κωνσταντινούπολη», 2007,Εγκυκλοπαίδεια Μείζονος Ελληνισμού, Κωνσταντινούπολη www.ehw.gr/l.aspx?id=10956]


1. Η ιστορία της δημιουργίας της συλλογής αρχαιοτήτων

Constantinopolis dedicatur paene omnium urbium nuditate (Με την απογύμνωση όλων σχεδόν των πόλεων εγκαινιάζεται η Κωνσταντινούπολη).

Από την ίδρυσή της τον 4ο αιώνα από το Μεγάλο Κωνσταντίνο μέχρι την άλωσή της το 1204 από τους σταυροφόρους, η Κωνσταντινούπολη διέθετε μια συλλογή αρχαίων γλυπτών που δεν είχε αντίστοιχο σε καμία άλλη μεσαιωνική πόλη. Η συλλογή αυτή, συνειδητή δημιουργία του αυτοκράτορα και των συμβούλων του, απαρτιζόταν στο μεγαλύτερό της μέρος από έργα τέχνης προγενέστερα του 4ου αιώνα, τα οποία είχαν μεταφερθεί στη νέα πρωτεύουσα από πόλεις και ιερά ολόκληρης της Ρωμαϊκής Αυτοκρατορίας. Τη συλλογή του Κωνσταντίνου συνέχισαν οι διάδοχοί του έως και τον 6ο αιώνα, οπότε ο Ιουστινιανός έθεσε τέλος σε αυτή τη συνήθεια. Μέχρι τότε όμως εκατοντάδες αρχαία μνημεία είχαν χρησιμοποιηθεί για τη διακόσμηση της Βασιλεύουσας. Τον Απρίλιο του 1204 οι στρατιώτες της Δ΄ Σταυροφορίας, αφού κατέλαβαν την Πόλη, τη λεηλάτησαν. Κατέστρεψαν μεγάλο μέρος των γλυπτών της, ενώ άλλα τα μετέφεραν στη Δύση. Ό,τι απέμεινε καταστράφηκε ολοκληρωτικά το Μάιο του 1453, όταν η Πόλη έπεσε στα χέρια των Οθωμανών και λεηλατήθηκε για μία ακόμη φορά.


Τα έργα βρίσκονταν τοποθετημένα στα πιο σημαντικά δημόσια κτήρια της πόλης, οργανωμένα σε ενότητες-μικρότερες συλλογές. Στόχος ήταν να δημιουργηθεί μια ευανάγνωστη σύνδεση της νέας πρωτεύουσας με το ρωμαϊκό μεγαλείο και έτσι να επιβεβαιωθεί το αστικό όραμα του αυτοκράτορα-ιδρυτή της πόλης.

Η δημιουργία της συλλογής μπορεί να διακριθεί σε τρεις περιόδους: η πρώτη και πιο συστηματική ήταν η περίοδος συγκρότησής της, δηλαδή μεταξύ του 324 και 330. Μια δεύτερη, λιγότερο εντατική, περίοδος αναπτύχθηκε από την εποχή του Μεγάλου Θεοδοσίου στα 379 έως και το 420 (επί Θεοδοσίου Β΄). Στην περίοδο αυτή παρατηρείται μειωμένη δραστηριότητα (μεταφέρονται λιγότερα έργα έναντι της προηγούμενης περιόδου), ενώ τα περισσότερα προστίθενται σε υπάρχοντα κτήρια. Το τελευταίο κεφάλαιο στη δημιουργία της συλλογής γράφτηκε τον 6ο αιώνα κατά τη διάρκεια της βασιλείας του Ιουστινιανού. Την περίοδο αυτή έργα μετακινήθηκαν από κατεστραμμένους χώρους σε άλλους και μόνο σε δύο σημεία της πόλης τοποθετήθηκαν νέα έργα.

2. Πρώτη περιόδος (324-330)

Από τις πιο καλά τεκμηριωμένες συλλογές αυτής της περιόδου είναι οι Θέρμες του Ζευξίππου, ο Ιππόδρομος και το Forum του Κωνσταντίνου. Λιγότερες πληροφορίες διαθέτουμε για τη Βασιλική και το Στρατηγείον, ενώ σχεδόν άγνωστες παραμένουν οι συλλογές στο Αυγουσταίον και στις Θέρμες του Κωνσταντίνου.

2.1. Οι Θέρμες του Ζευξίππου

Αποτελεί το πιο καλά τεκμηριωμένο σύνολο, αφού διασώζεται Έκφραση του τέλους του 5ου αιώνα από τον Αιγύπτιο ποιητή Χριστόδωρο.1 Το κτήριο οικοδομήθηκε επί Σεπτίμιου Σεβήρου, την εποχή όμως του Μεγάλου Κωνσταντίνου ανακαινίστηκε και διακοσμήθηκε με πλήθος γλυπτών από μάρμαρο και χαλκό.2 Αναφέρονται τρεις κατηγορίες γλυπτών: θεοί και ημίθεοι, μυθολογικές μορφές και πορτρέτα. Η παρουσία των έργων τεκμηριώνεται και από αρχαιολογικά ευρήματα. Στις Θέρμες υπήρχαν έντεκα μορφές θεών και ημίθεων: τρία αγάλματα του Απόλλωνα και τρία της Αφροδίτης, ένας Ερμαφρόδιτος, ένα σύμπλεγμα Ηρακλή και Αύγης, καθώς και ένα σύμπλεγμα Ποσειδώνα και Αμυμώνης. Αναφέρονται επίσης μορφές από δύο τουλάχιστον μυθολογικούς κύκλους, το Θηβαϊκό και τον Τρωικό, καθώς και τριάντα τέσσερις ανδριάντες προσωπικοτήτων από τους προομηρικούς χρόνους μέχρι το 2ο αιώνα, όπως ποιητές, φιλόσοφοι, ιστορικοί, στρατιωτικοί και πολιτικοί.

Η συλλογή αυτή καταστράφηκε ολοκληρωτικά το 532 στη Στάση του Νίκα.

2.2. Ο Ιππόδρομος

Κτίστηκε από το Σεπτίμιο Σεβήρο, αλλά διακοσμήθηκε συστηματικά από το Μεγάλο Κωνσταντίνο. Τα έργα στο οικοδόμημα αυτό μπορούν να διακριθούν σε τέσσερις κατηγορίες: αποτροπαϊκά σύμβολα, μνημεία νίκης, επιφανείς προσωπικότητες και εικόνες της Ρώμης. Στην πρώτη κατηγορία ανήκουν ειδωλολατρικές θεότητες, όπως ο Ζευς Ιππίας,3 άγρια ζώα, όπως ύαινες,4 και φανταστικά όντα, όπως Σφίγγες.5 Αυτές οι μορφές λειτουργούσαν ως φυλακτά για να απομακρύνουν το κακό. Στα μνημεία νίκης ανήκουν τόσο εκείνα που δε μνημονεύουν συγκεκριμένα πρόσωπα και γεγονότα, όπως ένα σύνολο από χάλκινους τρίποδες που είχαν μεταφερθεί από το ιερό του Απόλλωνα στους Δελφούς,6 όσο και εκείνα που έχουν συγκεκριμένη αναφορά, όπως το σύμπλεγμα του γαϊδάρου με τον οδηγό του, αρχικά από τη Νικόπολη, το οποίο αναφερόταν στη νίκη του Μάρκου Αντώνιου στο Άκτιο,7 και ο οφιοειδής κίονας πάνω στον οποίο στηριζόταν τρίποδας αφιερωμένος στους Δελφούς για τη νίκη των Πλαταιών (479 π.Χ.).8 Στην ίδια κατηγορία εντάσσονται και αγάλματα θεοτήτων και ημίθεων (π.χ. Διόσκουροι,9 Ηρακλής και Λιοντάρι της Νεμέας,10 Ηρακλής και Εσπερίδες11). Στην κατηγορία των επιφανών προσωπικοτήτων ανήκουν αγάλματα του Αυγούστου και του Διοκλητιανού,12 του Ιουλίου Καίσαρα,13 του Μεγάλου Αλεξάνδρου,14 αλλά και του Λέσβιου ήρωα Θεοφάνη.15 Στην τελευταία κατηγορία υπάγονται δημιουργίες όπως το άγαλμα της λύκαινας με το Ρωμύλο και το Ρέμο.16

2.3. Forum του Κωνσταντίνου

Οι πηγές αναφέρουν ότι στο Forum του Κωνσταντίνου υπήρχαν 33 έργα τέχνης μνημειακού χαρακτήρα: ανάμεσά τους ο κίονας από πορφυρίτη λίθο πάνω στον οποίο έστεκε άγαλμα του Κωνσταντίνου,17 ρωμαϊκό Παλλάδιο,18 ένα σύμπλεγμα Πάρη, Ήρας και Αφροδίτης,19 ένα άγαλμα της Αθηνάς,20 μία Θέτιδα21 και ένας ελέφαντας.22 Υπήρχαν επίσης δώδεκα μορφές από Σειρήνες ή «επίχρυσους ιππόκαμπους».23 Τα αρχαιολογικά ευρήματα έχουν ακόμη φέρει στο φως ένα θραύσμα από δελφίνι και μια κεφαλή Τιβερίου.24

2.4. Μικρότερες συλλογές

Μικρότερες συλλογές υπήρχαν ακόμη στο Στρατηγείον, στη Βασιλική, στο Αυγουσταίον και στο Μέγα Παλάτιον. Γνωρίζουμε ότι στο Στρατηγείον είχε τοποθετηθεί άγαλμα του Αλεξάνδρου.25 Η Βασιλική συμπληρώθηκε επί Μεγάλου Κωνσταντίνου από δύο ναΐσκους δεξιά και αριστερά: της Ρέας/Κυβέλης, με το άγαλμά της από το ιερό της θεάς στην Κύζικο, και της θεάς Τύχης, με άγαλμα άγνωστης προέλευσης, πιθανότατα από τη Ρώμη. Στη Βασιλική βρισκόταν επίσης αρχικά ο Ηρακλής του Λυσίππου,26 που και αυτός μεταφέρθηκε από τη Ρώμη.27

Δυστυχώς, διαθέτουμε ελάχιστες πληροφορίες για τη συλλογή στο Αυγουσταίον. Μία παράγραφος στο έργο Πάτρια Κωνσταντινουπόλεως (10ος αιώνας) αναφέρει μορφές αυτοκρατόρων και επίσημων αξιωματούχων, αγάλματα Αφροδίτης, Αρκτούρου, Σελήνης, Νότιου Πόλου, Δία, ζωδιακού κύκλου, καθώς και δύο μορφές με την προσωνυμία περσικά αγάλματα. Πιθανότατα πρόκειται για τη γλυπτική απόδοση ενός ωροσκοπίου.

Γνωρίζουμε επίσης ότι το Μέγα Παλάτιον διακοσμήθηκε με έργα όπως το σύμπλεγμα των Μουσών από το ιερό τους στον Ελικώνα.28

3. Δεύτερη περίοδος (379-420)

Η δυναστεία του Μεγάλου Θεοδοσίου έδειξε ιδιαίτερο ενδιαφέρον για την αποκατάσταση και διακόσμηση υπαρχόντων κτηρίων, αλλά και για την οικοδόμηση νέων στα δυτικά του Forum του Κωνσταντίνου. H πιο σημαντική συγκέντρωση αρχαίων έργων όμως την περίοδο αυτή μαρτυρείται σε ένα ιδιωτικό κτήριο, το παλάτι του Λαύσου.

3.1. Ιππόδρομος

Οι συλλογές του Ιπποδρόμου συμπληρώθηκαν με τέσσερα σημαντικά μνημεία: έναν οβελίσκο,29 ένα άγαλμα Σκύλλας,30 ένα επίχρυσο άρμα (quadriga) με τέσσερα άλογα πιθανότατα από τη Χίο,31 και το άγαλμα του Ηρακλή που είχε αρχικά τοποθετηθεί στη Βασιλική και μεταφέρθηκε στη συνέχεια από το Θεοδόσιο στον Ιππόδρομο.

3.2. Βουλευτήριο ανατολικά του Αυγουσταίου

Πρόκειται για το δεύτερο Βουλευτήριο της Κωνσταντινούπολης. Tο κτήριο αυτό κάηκε το 404, ξανακτίστηκε αργότερα και ξανακάηκε το 532. Φιλοξενούσε δύο πολύ σημαντικά έργα: ένα άγαλμα του Δία από το ιερό της Δωδώνης στην Ήπειρο και ένα της Αθηνάς από το ιερό της Λίνδου στη Ρόδο,32 τα οποία συνοδεύονταν από μια σειρά αγαλμάτων των Μουσών.33

3.3. Μικρότερες συλλογές

Στις νέες προσθήκες της δυναστείας του Θεοδοσίου ανήκουν το Forum του Θεοδοσίου, το Forum του Αρκαδίου και η Χρυσή Πύλη. Στο πρώτο τοποθετήθηκαν δύο μόνο έργα, ένας ανδριάντας του Αδριανού34 και ένα επάργυρο έφιππο άγαλμα του Θεοδοσίου Α΄.35 Στο Forum του Αρκαδίου αναφέρονται μια αιγυπτιακή Σφίγγα, ένα άγαλμα της Άρτεμης, ένα πορτρέτο του Σεπτίμιου Σεβήρου και ένας τρίποδας.36 Η Χρυσή Πύλη περιλάμβανε ένα άρμα που το έσερναν ελέφαντες και στο οποίο επέβαινε ο Θεοδόσιος συνοδευόμενος από τη Νίκη και την Τύχη της Κωνσταντινούπολης.37

3.4. Η συλλογή του Λαύσου

Στις πρώτες δεκαετίες του 5ου αιώνα δημιουργήθηκε από τον αριστοκράτη Λαύσο, πραιπόσιτο στην αυλή του Μεγάλου Θεοδοσίου γύρω στο 420, μία συλλογή γλυπτών η οποία περιλάμβανε μερικά από τα γνωστότερα έργα της ελληνικής Αρχαιότητας. Η συλλογή μάς είναι γνωστή από γραπτές πηγές: ένα χρονικό του ύστερου 11ου αιώνα, γνωστό ως Σύνοψις Ιστοριών του Γεωργίου Κεδρηνού (Ι.564 και Ι.616), και ένα έργο του 12ου αιώνα με τον τίτλο Επιτομή Ιστοριών του Ιωάννη Ζωναρά (ΙΙΙ.131). Αναφέρονται δεκατρία αγάλματα: μία Αθηνά από τη Λίνδο, έργο των Σκύλη και Διποίνου (6ος αι. π.Χ.), η Ήρα της Σάμου, έργο του Χίου γλύπτη Βουπάλου, το χρυσελεφάντινο άγαλμα του Δία της Ολυμπίας, έργο του Φειδία (5ος αι. π.Χ.), η Αφροδίτη της Κνίδου του Πραξιτέλη (4ος αι. π.Χ.), ο Έρως της Μύνδου και η προσωποποίηση του Καιρού, έργα του Λυσίππου, καθώς και μία σειρά αγαλμάτων άγριων ζώων και ημιανθρώπινων μορφών, όπως Πάνες και Κένταυροι ελληνιστικής ή ρωμαϊκής καταγωγής. Η συλλογή του Λαύσου θεωρείται ότι ακολουθεί τις εκτιμήσεις περί αρχαίας τέχνης του Πλινίου του Πρεσβύτερου, αντανακλά ενδιαφέροντα και συμπεριφορές γνωστές στους Ρωμαίους συλλέκτες από προγενέστερες εποχές και επιχειρεί να γεφυρώσει το χάσμα ανάμεσα στην παλαιότερη εθνική παράδοση και στις νέες χριστιανικές αρχές.38

3.5. Το παλάτι της Μαρίνας

Το παλάτι της ανύπανδρης κόρης του Θεοδοσίου κτίστηκε γύρω στο 420 και περιλάμβανε συγκρότημα λουτρών, το οποίο περιγράφεται σε μια Έκφραση του 10ου αιώνα. Ήταν διακοσμημένο με ψηφιδωτά, αγάλματα και μία ανάγλυφη παράσταση Γιγαντομαχίας.39

4. Τρίτη περίοδος (6ος αιώνας)

Στα χρόνια του Ιουστινιανού πολλά νέα κτήρια οικοδομήθηκαν στην Κωνσταντινούπολη. Είχε προηγηθεί η Στάση του Νίκα (532), κατά την οποία καταστράφηκαν πολλά κτήρια με τις συλλογές τους. Παρά το γεγονός ότι η σημασία των αρχαίων έργων τέχνης ήταν αισθητά μειωμένη σε σχέση με τις προηγούμενες περιόδους, η χρήση τους δεν εγκαταλείφθηκε εντελώς. Στην ανοικτή κιονοστοιχία που προστέθηκε στις Θέρμες του Αρκαδίου αναφέρεται ότι, πέρα από τη χρήση μαρμάρου και άλλων πολυτελών υλικών, δόθηκε έμφαση στη διακόσμηση με αρχαία γλυπτά.40 Δε γνωρίζουμε την προέλευση αυτών των γλυπτών: μπορεί να προήλθαν από την εκκαθάριση κατεστραμμένων χώρων, ίσως όμως να πρόκειται για έργα που εισήχθησαν για πρώτη φορά.41 Γλυπτή διακόσμηση προστέθηκε επίσης στην κύρια είσοδο στο Μέγα Παλάτιον, τη Χαλκή Πύλη. Περιγραφές του 8ου αιώνα αναφέρουν ένα σύνολο αυτοκρατορικών ανδριάντων (Μαξιμίνος, Θεοδόσιος και η δυναστεία του, Ζήνωνας και Αριάδνη, Ιουστίνος Α΄), δύο αγάλματα φιλοσόφων (πιθανότατα από την Αθήνα), ένα χάλκινο άγαλμα επονομαζόμενο Βελισάριος (άγνωστης προέλευσης), καθώς και τέσσερα γοργόνεια και δύο άλογα (από το ναό της Αρτέμιδος στην Έφεσο).42

Πρόκειται για τις τελευταίες συστηματικές εγκαταστάσεις αρχαιοτήτων στην Κωνσταντινούπολη. Από εκεί και έπειτα τα αρχαία έργα τέχνης έπαψαν να χρησιμοποιούνται ως μέσο ιδεολογικής έκφρασης.

Ποιοι ήταν όμως οι λόγοι που ώθησαν στη δημιουργία της συλλογής της Κωνσταντινούπολης; Η απάντηση δεν είναι απλή. Η χρήση γλυπτών από παλαιότερες περιόδους είχε πολύ σημαντικά πλεονεκτήματα κόστους και χρόνου. Το διάστημα ανάμεσα στην ίδρυση της Κωνσταντινούπολης και στην αφιέρωσή της ήταν εξαιρετικά περιορισμένο και δεν υπήρχε ούτε επαρκές ειδικευμένο προσωπικό ούτε ιδιαίτερη οικονομική άνεση. Από την άλλη πλευρά, τα γλυπτά, αρχαία και σύγχρονα, αποτελούσαν βασικό στοιχείο στο σχεδιασμό των αρχαίων πόλεων. Η ύπαρξή τους δικαίωνε τον αστικό τους χαρακτήρα, γεγονός εξαιρετικά προφανές και από την παρουσία πλήθους γλυπτών σε πόλεις της Μικράς Ασίας, όπως η Έφεσος, η Μίλητος, η Αφροδισιάς κ.ά. Επιπλέον, συνιστούσαν απόδειξη πλούτου και αίγλης (υψηλό κόστος κατασκευής, παρουσία σημαντικών υποστηρικτών της τέχνης και της πόλης), αλλά και τεκμήριο αστικού κάλλους. Από την άλλη πλευρά, τα γλυπτά αποτελούσαν σημαντικό μέσο οπτικής επικοινωνίας στον ελληνορωμαϊκό κόσμο. Η επιλογή συγκεκριμένων θεμάτων και η τοποθέτηση αγαλμάτων σε ένα είδος «διαλόγου» μεταξύ τους δημιουργούσαν οπτικές αφηγήσεις και επέτρεπαν στις πόλεις να τεκμηριώσουν την ιστορία τους, τη σχέση τους με το παρελθόν και επομένως το ρόλο τους στο παρόν και το μέλλον.

Επιπλέον η επανάχρηση αγαλμάτων έχει τις ρίζες της στη στρατιωτική παράδοση της λεηλασίας και αρπαγής των έργων τέχνης των ηττημένων από τους νικητές. Ήδη από τους χρόνους της ρωμαϊκής Δημοκρατίας, ο πλούτος μιας κατακτημένης πόλης μεταφερόταν στη Ρώμη, όπου παρουσιαζόταν στο πλήθος ως απόδειξη στρατιωτικής υπεροχής. Αρχικά, τα λάφυρα ήταν αποκλειστικά όπλα, πολύτιμα μέταλλα, ζώα και σκλάβοι, αλλά σταδιακά προστέθηκαν και έργα τέχνης. Ο λόγος για τη διατήρηση και ενίσχυση αυτής της παράδοσης είναι όχι μόνο ο προφανής οικονομικός, αλλά και συμβολικός. Τα σπόλια αποτελούσαν απόδειξη του μεγαλείου του έθνους που είχε κατακτηθεί και επομένως δικαιολογία της κατάκτησης, ενώ συγχρόνως ήταν η χειροπιαστή απόδειξη της ταπείνωσης των αντιπάλων.

Συνοψίζοντας, η απομάκρυνση σημαντικών αρχαίων μνημείων από περιοχές της Ρωμαϊκής Αυτοκρατορίας και η μεταφορά τους στη νέα πρωτεύουσα όχι μόνο έφερε υλικό πλούτο στην πόλη, αλλά επιπλέον συγκέντρωσε τα νήματα του χώρου και του χρόνου για να γίνει η Κωνσταντινούπολη «μουσείο» της αυτοκρατορίας.

Σημειώσεις
1. Παλατινή Ανθολογία ΙΙ.

2. Ιωάννης Μαλάλας 321.

3. Παραστάσεις 83.

4. Πάτρια ΙΙ.79.

5. Ν. Χωνιάτης 650-651.

6. Ζώσιμος ΙΙ.31· Πάτρια ΙΙ.79.

7. Πάτρια ΙΙ.82.

8. Ο Παυσανίας αναφέρει ότι ο τρίποδας ήταν χρυσός και απομακρύνθηκε από Φωκείς το 355 π.Χ., οπότε αυτό που έμεινε στην Ύστερη Αρχαιότητα ήταν η διακοσμημένη βάση του. Το μνημείο είναι ένα από τα ελάχιστα που υπάρχουν ακόμη in situ στην Κωνσταντινούπολη.

9. Ζώσιμος ΙΙ.31.

10. Ν. Χωνιάτης 650-651.

11. Πάτρια ΙΙ.87.

12. Πάτρια ΙΙ.73.

13. Πάτρια ΙΙ.81.

14. Anthol. Gr. XVI.345.

15. Η βάση του αγάλματος βρίσκεται στο Αρχαιολογικό Μουσείο Κωνσταντινούπολης. Βλ. Robert, L., “Théophane de Mytiléne à Constantinople”, CRAI (1969), σελ. 42-64.

16. N. Χωνιάτης 650-651.

17. Πιθανότατα επρόκειτο για άγαλμα του Απόλλωνα-Ήλιου με το χαρακτηριστικό ακτινωτό διάδημα, το οποίο είχε μεταφερθεί από το Ίλιο, πόλη που έτσι κι αλλιώς συνδέεται με την ίδρυση της Ρώμης. Αυτό μετατράπηκε σε άγαλμα του Κωνσταντίνου και τοποθετήθηκε στην Αγορά, επάνω σε κίονα από πορφυρίτη λίθο. Βλ. Bassett, S., The Urban Image of Late Antique Constantinople (Cambridge 2004), σελ. 192 κ.ε.

18. Ι. Μαλάλας 320· Chron. Pasch. 528· Πάτρια II.45· Προκόπιος, Γοτθ. I.15.

19. Ν. Χωνιάτης 648.

20. Ν. Χωνιάτης 559-560.

21. Αρέθας, Schol. Arist. Or. 50t. III.

22. Πάτρια ΙΙ.102α.

23. Παραστάσεις 15.

24. Σήμερα στο Αρχαιολογικό Μουσείο Κωνσταντινούπολης, αρ. ευρ. 5.554 και 5.555 αντίστοιχα.

25. Πάτρια ΙΙ.59. Αναφέρεται ότι το άγαλμα το είχε φέρει ο Κωνσταντίνος από τη Χρυσόπολη. Ο Κεδρηνός ταυτίζει το άγαλμα με το Μεγάλο Κωνσταντίνο (Ι.563).

26. Παραστάσεις 37· Σούδ., βλ. λ. «Βασιλική»· Κ. Μανασσής, Έκφρασις I.21-32· Ν. Χωνιάτης 519, 649-650.

27. Είχε μεταφερθεί στη Ρώμη ως λάφυρο το 209 π.Χ., μετά την άλωση της πόλης του Τάραντα, στην οποία βρισκόταν αρχικά.

28. Ευσέβιος, Vita Constantini II.56· Θεμίστιος, Or. 17.308, 18.324, 31.192.

29. Επονομαζόμενος και οβελίσκος του Θεοδοσίου. Τοποθετήθηκε επί Μεγάλου Θεοδοσίου (388-392) και είναι ένα από τα δύο μνημεία που βρίσκονται ακόμη in situ στην Κωνσταντινούπολη. Βλ. Bassett, S., The Urban Image of Late Antique Constantinople (Cambridge 2004), σελ. 219 κ.ε.

30. Προστέθηκε από τον Αρκάδιο. Anthol. Gr. IX.755, XI. 271· Παραστάσεις II.77.

31. Μεταφέρθηκαν εκεί από το Θεοδόσιο Β΄ (408-450). Θεωρείται ότι πρόκειται για τα άλογα που βρίσκονται σήμερα στον Άγιο Μάρκο της Βενετίας, όπου μεταφέρθηκαν από τους σταυροφόρους. Χρονολογούνται μεταξύ του 2ου και 4ου αι. μ.Χ. Βλ. Bassett, S., The Urban Image of Late Antique Constantinople (Cambridge 2004), σελ. 222-223.

32. Ζώσιμος, Νέα Ιστορία 24, και Ησύχιος 17.

33. Θεμίστιος, Or. 31.192.

34. Πάτρια ΙΙ.38.

35. Παρόλο που για τον ανδριάντα του Αδριανού ελάχιστα είναι γνωστά, εκτός από το γεγονός ότι χρονολογείται στο 2ο αιώνα, το έφιππο άγαλμα είναι επαναχρησιμοποίηση ελληνιστικού, ίσως του Αλεξάνδρου ή κάποιου Ρωμαίου στρατηγού. Παρότι μόνο δύο, τα αγάλματα αυτά πρέπει να ήταν επιλεγμένα προσεκτικά για να δημιουργήσουν απόψεις περί συγγένειας της δυναστείας. Το ίδιο το κτήριο είχε ομοιότητες με το Forum του Τραϊανού στη Ρώμη (Πάτρια ΙΙ.47).

36. Και στην περίπτωση αυτή, όπως και στο Forum του πατέρα του, ένας κίονας δέσποζε στο κτήριο. Ενδιαφέρον παρουσιάζει το γεγονός ότι, σε αντίθεση με όλες τις προηγούμενες περιπτώσεις, δε φαίνεται να υπάρχει κάποια εικονογραφική συνέπεια στην επιλογή των γλυπτών. Το γεγονός αυτό έχει ερμηνευτεί ως αποτέλεσμα αφενός της ύστερης χρονολόγησης του συνόλου και αφετέρου της μεταφοράς των έργων από κάποιο άλλο σημείο της πόλης (Πάτρια ΙΙ.19).

37. Πηγές αναφέρουν ότι το έργο είχε μεταφερθεί από το ναό του Άρη στην Αθήνα, αν και κατά πάσα πιθανότητα πρόκειται για συνδυασμό αρχαίου και σύγχρονου υλικού (Πάτρια ΙΙ.58· Κεδρηνός Ι.567).

38. Mango, C. – Vickers, M. – Francis, E., “The Palace of Lausus at Constantinople and its Collection of Ancient Statues”, Journal of the History of Collections 4:1 (1992), σελ. 89-98.

39. Mango, C., “The Palace of Marina, the Poet Palladas and the Bath of Leo VI”, Ευφρόσυνον (1991), σελ. 321-330.

40. Προκόπιος, Κτισμ. I.10.5-I.11.25.

41. Ο Προκόπιος (Περσ. I.19.37) αναφέρει ότι μεταφέρθηκαν στην Κωνσταντινούπολη γλυπτά μετά την καταστροφή αιγυπτιακών ιερών. Στο κείμενο Πάτρια (ΙΙ.96) σημειώνεται ότι 427 αγάλματα μεταφέρθηκαν από το χώρο όπου θα κτιζόταν η Αγία Σοφία σε άλλα σημεία της πόλης.

42. Πάτρια ΙΙ.28 και ΙΙ.89.
[Πηγή]

Πέμπτη 19 Απριλίου 2012

Χρυσή Πύλη


1. Τοπογραφία

Η Χρυσή Πύλη είναι η δεύτερη κατά σειρά είσοδος στα διπλά θεοδοσιανά χερσαία τείχη, στα βόρεια της θάλασσας του Μαρμαρά, με τους δύο πλευρικούς πυλώνες της να αντιπροσωπεύουν τον ένατο και το δέκατο πύργο των τειχών. Λίγο πιο μακριά από τον ενδέκατο πύργο βρίσκεται η τρίτη πύλη, στην οποία αποδόθηκε αργότερα, κατά σύμβαση, το όνομα Χρυσή Πύλη.

Ο ένατος και ο δέκατος πύργος ενσωματώνουν μια πύλη με τρεις αψίδες στον εσωτερικό περίβολο των τειχών. Οι πύργοι αυτοί επεκτάθηκαν σε βαθείς και ευρείς πυλώνες, που περιλαμβάνουν μεγάλες εσωτερικές αίθουσες. Οι πυλώνες δημιουργούν έναν αύλειο χώρο διαστάσεων περ. 17×30 μ. Μια προέκταση του εξωτερικού τείχους γύρω στα 12 μ. πέρα της πύλης διευρύνει τον αύλειο χώρο και ανοίγεται στην τάφρο διαμέσου μίας και μοναδικής (εξωτερικής) πύλης, εκατέρωθεν της οποίας υψώνονται δύο τετράγωνοι πύργοι.1

Η τριπλή πύλη και το όλο συγκρότημα ήταν διακοσμημένα τη Βυζαντινή εποχή με αγάλματα, μεταξύ των οποίων ο ανδριάντας του Θεοδοσίου Α΄ πάνω σε άρμα που το έσερναν τέσσερις ελέφαντες, σε ανάμνηση της θριαμβευτικής εισόδου του αυτοκράτορα στην Κωνσταντινούπολη (384 ή 387), που έπεσε στο σεισμό του Οκτωβρίου του 740. Επίσης έφεραν ανάγλυφα, επιγραφές, πολεμικά τρόπαια, νωπογραφίες, ακόμα και διακόσμηση από χρυσό, που αποδίδεται από το Μαλάλα στο Θεοδόσιο Β΄, στην οποία και οφείλεται η ονομασία Χρυσή Πύλη (Porta Aurea). Από όλο αυτό το διάκοσμο μόνο ελάχιστα θραύσματα έχουν καταγραφεί ή διατηρηθεί.2

2. Ιστορία και Χρήσεις

Αναφορικά με τη χρονολογία ανέγερσης της Χρυσής Πύλης, υπάρχει ασυμφωνία στους μελετητές σχετικά με το αν πρόκειται για έργο του Θεοδοσίου Α΄ (378-395) ή του Θεοδοσίου Β΄ (408-450). Κατά κανόνα, η πύλη θεωρείται λίγο πολύ σύγχρονη με το θεοδοσιανό τείχος, αν και έχει παρατηρηθεί ότι η τριπλή αψίδα με τους πύργους που την πλαισιώνουν αντιπροσωπεύουν μια φάση προγενέστερη του περιβόλου στον οποίο ενσωματώθηκε.3 Μια επιγραφή που μνημονεύει τη νίκη του Θεοδοσίου επί ενός «τυράννου» ερμηνευόταν ως αναφορά στην επικράτηση του Θεοδοσίου Β΄ επί του επίδοξου σφετεριστή Ιωάννη (425). Ωστόσο ο J. Bardill υποστήριξε πρόσφατα ότι η επιγραφή δεν είναι μεταγενέστερη προσθήκη στο μνημείο και επομένως πρέπει να προηγήθηκε του 413, χρονολογία κατά την οποία το θεοδοσιανό τείχος είχε ολοκληρωθεί, σύμφωνα με το Θεοδοσιανό Κώδικα. Επιπλέον, οι κίονες και τα κιονόκρανα του 5ου αιώνα θεωρήθηκαν μεταγενέστερες προσθήκες. Καταλήγει λοιπόν στο συμπέρασμα ότι η Χρυσή Πύλη κατασκευάστηκε ως θριαμβική αψίδα του Θεοδοσίου Α΄, μεταξύ 388 και 391, και ότι ο «τύραννος» στον οποίο αναφέρεται η επιγραφή είναι ο νικημένος Μάγνος Μάξιμος. Επιπλέον, η τριπλή αψίδα φαίνεται ότι μιμούνταν παλιότερες ρωμαϊκές θριαμβικές αψίδες, όπως του Σεπτιμίου Σεβήρου και του Κωνσταντίνου Α΄ στη Ρώμη.4

Η αψίδα χτίστηκε πάνω στην οδό που ακολουθούσαν οι θριαμβευτικές πομπές από το Έβδομον προς την Κωνσταντινούπολη, στα περίχωρα τότε της πόλης, εκτός περιβόλου των παλιότερων τειχών του Μεγάλου Κωνσταντίνου. Όταν χτίστηκαν τα σημερινά τείχη, στα έτη 413 και 447 από το Θεοδόσιο Β΄, η αψίδα του θριάμβου ενσωματώθηκε στη νεότερη οχυρωματική γραμμή. Ωστόσο η θριαμβική της σημασία διατηρήθηκε, καθώς εξακολούθησε να παίζει ρόλο σε τελετές που αφορούσαν συνήθως τον αυτοκράτορα. Περιστασιακά, ως ειδική τιμή, σημαντικοί ξένοι επισκέπτες γίνονταν δεκτοί στην πόλη από τη Χρυσή Πύλη: παπικοί απεσταλμένοι (519 και 868), ακόμα και ο ίδιος ο πάπας (708). Σε γενικές γραμμές όμως, η Χρυσή Πύλη ήταν το σημείο της θριαμβικής εισόδου του αυτοκράτορα στην πόλη για τον εορτασμό στρατιωτικών νικών ή άλλων σημαντικών γεγονότων. Το πλήθος των υπηρετών, στρατιωτών, αιχμαλώτων και τα τρόπαια συγκεντρώνονταν έξω από την τριπλή πύλη. Ο αυτοκράτορας έμπαινε επικεφαλής της πομπής και την οδηγούσε στο κέντρο της πόλης.

Οι πηγές σώζουν πολλές αναφορές σε τέτοιες εορταστικές εκδηλώσεις καθ’ όλη τη διάρκεια της βυζαντινής ιστορίας, με τελευταία ξεχωριστή περίπτωση την είσοδο του Μιχαήλ Η΄ Παλαιολόγου (1260-1282) στην Κωνσταντινούπολη το 1261, μετά την ανάκτησή της από τους Λατίνους.

Πέρα από την παραπάνω χρήση, η Χρυσή Πύλη εξυπηρετούσε και στρατιωτικούς σκοπούς.5 Άντεξε στις επιθέσεις των Ούννων του Βιταλιανού (το 514), των Αράβων (τη δεκαετία του 670), των Βουλγάρων του χάνου Κρούμου (το 813) και του τσάρου Συμεών (το 913). Καθώς όμως οι μέρες της δόξας της είχαν πλέον παρέλθει κατά την Παλαιολόγεια περίοδο, η Χρυσή Πύλη οχυρώθηκε και τελικά σφραγίστηκε. Η έκτασή της περιήλθε σε ένα οχυρό, το οποίο ο Ιωάννης Ε΄ (1341-1391) διαδοχικά περιόρισε και επισκεύασε,6 εν μέσω τουρκικών πιέσεων και εσωτερικών συγκρούσεων.

Κατά τη διάρκεια της πολιορκίας που οδήγησε στην Άλωση της Κωνσταντινούπολης το 1453, ο σουλτάνος Μωάμεθ Β΄ τοποθέτησε ένα πυροβόλο απέναντι από τη Χρυσή Πύλη. Υπό την τουρκική κυριαρχία, οι βυζαντινές οχυρώσεις επεκτάθηκαν στο σημερινό φρούριο του Γεντί Κουλέ (Επταπύργιο), που χρησιμοποιήθηκε ως φοβερή φυλακή, σήμερα όμως λειτουργεί ως μουσείο.

Σημειώσεις

1. Turnbull, S., The Walls of Constantinople AD 324-1453 (Fortress 25, Oxford 2004), σελ. 20-22, σχέδιο 21.

2. Janin, R., Constantinople Byzantin. Développement urbain et répertoire topographique2 (Paris 1964), σελ. 270· Mango, C., “The Triumphal Way of Constantinople and the Golden Gate”, Dumbarton Oaks Papers 54 (2000), σελ. 182-183.

3. Janin, R., Constantinople Byzantin. Développement urbain et répertoire topographique2 (Paris 1964), σελ. 269-70· Mango, C., “The Triumphal Way of Constantinople and the Golden Gate”, Dumbarton Oaks Papers 54 (2000), σελ. 179, υποσ. 45.

4. Bardill, J., “The Golden Gate in Constantinople. A Triumphal Arch of Theodosius I”, American Journal of Archaeology 103.4 (1999), σελ. 673-686. Πρβλ. Wheeler, M., ‘‘The Golden Gate of Constantinople’’, Moorey, P. – Roger, S. – Parr, P. (επιμ.), Archaeology in the Levant. Essays for Kathleen Kenyon (Warminster 1978), σελ. 238-241.

5. Turnbul, S., The Walls of Constantinople AD 324-1453 (Fortress 25, Oxford 2004), σελ. 34-35.

6. Mango, C., “The Triumphal Way of Constantinople and the Golden Gate”, Dumbarton Oaks Papers 54 (2000), σελ. 181-182.



Συγγραφή : Barker John (10/1/2008)
Μετάφραση : Πέτρακα Ελένη
[Πηγή]

Τετάρτη 11 Απριλίου 2012

Σεπτεμβριανά 1955 Ντοκυμαντέρ Νέοι Φάκελοι

Σεπτεμβριανά 1955

Ο Αλέξης Παπαχελάς, ο Τάσος Τέλλογλου και η Σοφία Παπαϊωάννου ανατρέχουν στα γεγονότα του Σεπτεμβρίου του 1955 που σημάδεψαν ανεξίτηλα την ζωή των Ελλήνων της Κωνσταντινούπολης. "ΟΙ ΦΑΚΕΛΟΙ" ταξιδεύουν στην Τουρκία και συναντούν τους πρωταγωνιστές των γεγονότων που έμεινε στην ιστορία ως το πογκρόμ εναντίων της ελληνικής μειονότητας της Πόλης. Ακόμη νέα στοιχεία έρχονται στο φως της δημοσιότητας, σχετικά με την συμμετοχή των τουρκικών μυστικών υπηρεσιών στις επιθέσεις εναντίων των Ελλήνων. Αποκλειστικά στους "ΦΑΚΕΛΟΥΣ" η συνέντευξη του Τούρκου που κατηγορήθηκε ότι πυροδότησε τα γεγονότα της Κωνσταντινούπολης, τοποθετώντας βόμβα στο σπίτι του Κεμάλ Ατατούρκ στην Θεσσαλονίκη. Τέλος, "ΟΙ ΦΑΚΕΛΟΙ" συναντούν στην Τουρκία τους πρωταγωνιστές της δημοφιλούς σειράς "Σύνορα της Αγάπης", που διηγούνται τις αναμνήσεις τους από εκείνη τη νύχτα. Διαβάστε περισσότερα για τα γεγονότα και εδώ



Ρωμιοί της Κωνσταντινούπολης μετά τη συνθήκη της Λωζάννης


1. Εισαγωγή

Η θεσμική οργάνωση της ρωμαίικης μειονότητας στην Κωνσταντινούπολη είναι το ζήτημα που θα μας απασχολήσει. Θα μελετηθεί η συγκεκριμένη μειονότητα και όχι η άμεση σχέση της με τις κρατικές πολιτικές που υιοθέτησαν τόσο το τουρκικό όσο και το ελληνικό κράτος απέναντί της. Σαφώς και οι διεθνείς συγκυρίες και οι πολιτικές σχέσεις των δύο κρατών επηρέασαν και επηρεάζουν καταλυτικά τη μειονότητα. Είναι όμως σημαντικό να διερευνήσουμε πώς αυτοοργανώνεται η ρωμαίικη μειονότητα και ποιοι είναι οι ρυθμιστικοί παράγοντες, οι μορφές οργάνωσης και τα κέντρα εξουσίας της.

Με τη συνθήκη της Λωζάννης διαμορφώθηκε ένα «καθεστώς μειονότητας» για τους εναπομείναντες ορθόδοξους πληθυσμούς στην Τουρκία και έτσι ουσιαστικά συγκροτείται η μειονότητα των Ρωμαιοορθόδοξων.1 Δημιουργείται δηλαδή ένα θεσμικό πλαίσιο διεκδίκησης δικαιωμάτων στην ετερότητα· ένα πλαίσιο οργάνωσης των θεσμών που εξασφαλίζουν τη «διαφορετική» εκπαίδευση, τη «διαφορετική» λατρεία κ.λπ. και τις μορφές αλληλεγγύης που προκύπτουν από αυτά. Σε αυτό το νέο πλαίσιο η «νέα» μειoνότητα έκανε προσπάθειες αναπροσαρμογής στις νέες συνθήκες.2

Η κατάργηση του Μεικτού Εθνικού Συμβουλίου και η συρρίκνωση των αρμοδιοτήτων του Πατριαρχείου στις θρησκευτικές υποθέσεις της κοινότητας με τη συνθήκη της Λωζάννης δημιούργησαν κενό στην αντιπροσώπευση και τη διαχείριση των υποθέσεων της μειονότητας. Εν τω μεταξύ η Τουρκία απέφευγε να δώσει στη μειονότητα, αλλά και στις κοινότητες, νομική υπόσταση, νομικό πρόσωπο. Η νεοσύστατη Τουρκική Δημοκρατία υπήρξε εξαιρετικά καχύποπτη και απρόθυμη να δημιουργήσει ενδιάμεσους/παράλληλους θεσμούς μεταξύ της ίδιας και των μειονοτικών πολιτών της. Έτσι, το αρκετά εξελιγμένο οργανωτικό πλαίσιο που κληρονόμησε η ορθόδοξη κοινότητα βρέθηκε στο κενό, όταν αυτή μετατράπηκε σε μειονότητα.

Η ιστορία της οργάνωσης της κοινότητας συνδέεται άρρηκτα με τη μοίρα της διαχείρισης της περιουσίας της. Νομικά οι τουρκικές αρχές δεν αναγνώριζαν κοινότητες, αλλά επιμέρους ιδρύματα, εκκλησίες, σχολές. Οι τουρκικές αρχές αντιμετώπιζαν τις διάφορες κοινότητες ως ξεχωριστά βακούφια και όχι ως ένα ενιαίο σύνολο με μια διοικητική αρχή στην κεφαλή. Έτσι ένα σημαντικό ζήτημα που τέθηκε εξ αρχής αφορούσε τη διοίκηση και τη διαχείριση της κοινοτικής περιουσίας.3



Η δεκαετία του 1920 αποτελεί μια μεταβατική περίοδο κατά την οποία γίνονταν προσπάθειες διασαφήνισης του καθεστώτος της μειονότητας, ενώ λαμβάνονταν μέτρα «εκτούρκευσης» στην οικονομία, την εκπαίδευση κ.λπ. Η γενικότερη καχυποψία μάλιστα που επικρατούσε σε σχέση με τις μειονότητες δημιουργούσε δυσμενές κλίμα για τη ρωμαίικη κοινότητα.4 Το 1926, στο πλαίσιο των μεταρρυθμίσεων που αποσκοπούσαν στην εκκοσμίκευση, η Τουρκία αποδέχτηκε τον αστικό κώδικα της Ελβετίας. Η κυβέρνηση στην προσπάθειά της να προωθήσει τη συγκεκριμένη μεταρρύθμιση κάλεσε τις μη μουσουλμανικές μειονότητες να παραχωρήσουν τα δικαιώματά τους που προβλέπονταν στο άρθρο 42 της συνθήκης της Λωζάννης. Σύμφωνα με το άρθρο αυτό, οι μειονότητες θα διευθετούσαν τα ζητήματα οικογενειακού και προσωπικού δικαίου σύμφωνα με τα έθιμα και το θρήσκευμά τους. Ουσιαστικά όμως με το άρθρο αυτό εξουσιοδοτούνταν η θρησκευτική αρχή να μεριμνεί για τα θέματα αυτά. Τελικά, η γενική συνέλευση, που αποτελούνταν από εκλεγμένους και μη εκπροσώπους της ρωμαίικης κοινότητας, έπειτα από πίεση της κυβέρνησης, παραχώρησε «οικειοθελώς» στις 27 Νοεμβρίου 1925 τα δικαιώματά της που προβλέπονται στο άρθρο 42 και δέχτηκε την εφαρμογή του νέου αστικού δικαίου. Έτσι ουσιαστικά το Πατριαρχείο έχασε άλλη μια δυνατότητα οργάνωσης και διευθέτησης των κοινοτικών υποθέσεων.5

Το 1927 έγινε προσπάθεια να καταρτιστεί ένας καταστατικός χάρτης για την οργάνωση των κοινοτήτων της μειονότητας, καθώς και για τη διαχείριση της κοινοτικής περιουσίας. Αυτό που απασχολούσε περισσότερο την Ειδική Επιτροπή επί της Συντάξεως του Οργανικού Χάρτου της Ρωμαίικης Κοινότητας ήταν το ζήτημα της λαϊκής ή εκκλησιαστικής διοίκησης των κοινοτικών ιδρυμάτων καθώς και η νομική υπόσταση των κοινοτήτων. Τελικά ο καταστατικός χάρτης καταρτίστηκε το 1927 από μια επιτροπή Τούρκων στην οποία συμμετείχε και ένας εκπρόσωπος της μειονότητας. Σύμφωνα με το χάρτη αυτό, η διαχείριση της κοινοτικής περιουσίας δινόταν στους λαϊκούς της κοινότητας, οι οποίοι θα συγκροτούσαν τετραετείς επιτροπές,6 και το επόμενο διάστημα θα διενεργούνταν εκλογές στις κοινότητες.7

Το 1935 ψηφίστηκε ο βακουφικός νόμος (5/6/1935, αρ. 2762) που κατέτασσε τα μειονοτικά βακούφια στην κατηγορία των ιδιωτικών βακουφιών (mülhak vakıflar) και όριζε ότι θα διευθύνονται από επιτρόπους ή εκλεγμένες κοινοτικές εφορείες, οι οποίες θα διαχειρίζονται την περιουσία τους, τελώντας υπό τον έλεγχο της Γενικής Διεύθυνσης Βακουφιών (Evkaf Genel Müdürlüğü).8 Ωστόσο, το 1938 (με το νόμο αρ. 3513 -28.6.1938) η διεύθυνση των μειονοτικών βακουφιών ανατέθηκε σε ειδικούς επιτρόπους (tek mütevelli) που διόριζε η ίδια η Γενική Διεύθυνση Βακουφιών, καταστρατηγώντας έτσι τα περιθώρια αυτοδιαχείρισης των κοινοτήτων.9 Το πιο γνωστό παράδειγμα εφαρμογής αυτού του μέτρου ήταν η περίπτωση του υποστηρικτή του τουρκορθόδοξου πατριαρχείου Ισταμάτ Ζιχνί Οζνταμάρ, o οποίος έγινε διοικητής στο Μπαλουκλί.10 Το μέτρο άρθηκε το 1949 με νομοθετική αλλαγή (αρ. 5404), και τα βακούφια της μειονότητας χαρακτηρίστηκαν κοινοτικά (cemaat vakıfları),11 ενώ ορίστηκαν εκλογές για το 1949. Η αλλαγή αυτή εντασσόταν σε μεγάλο βαθμό στο γενικότερο κλίμα της ελληνοτουρκικής προσέγγισης, κάτι που επηρέασε θετικά την αντιμέτωπιση της μειονότητας.12

2. Τα αντιπροσωπευτικά όργανα των κοινοτήτων

Κάθε κοινότητα αποτελούνταν από μια ή περισσότερες ενορίες και υπαγόταν εκκλησιαστικά σε μία από τις τρεις μητροπόλεις (Χαλκηδόνας, Δέρκων, Πριγκιποννήσων) ή στην Αρχιεπισκοπή Κωνσταντινουπόλεως. Εσωτερικά διοικούνταν με βάση τον κανονισμό της. Σύμφωνα με τους κανονισμούς,13 η εκάστοτε κοινότητα είχε σκοπό την εκπλήρωση των θρησκευτικών και εκπαιδευτικών αναγκών της, τη φροντίδα της περιουσίας της και την άσκηση φιλανθρωπίας.

Η εφοροεπιτροπή αποτελούσε την αντιπροσωπευτική και διοικητική αρχή της κοινότητας και συγκροτούνταν έπειτα από εκλογές. Η διάρκεια της θητείας της διέφερε από κοινότητα σε κοινότητα. Επίσης τα μέλη της εφοροεπιτροπής κάθε κοινότητας διέφεραν στον αριθμό14 και εξέλεγαν μεταξύ τους τον πρόεδρο ή τους αντιπροέδρους, γραμματέα, ταμία κ.λπ. Στις εκλογές οι ψηφοφόροι ασχολούνταν με την ανάδειξη εφοροεπιτροπής, εξελεγκτικής επιτροπής και ενίοτε εκλεκτόρων για τις εκλογές των μειζόνων ιδρυμάτων. Κάθε κοινότητα διέθετε και άλλες υποεπιτροπές ανάλογα με τις ανάγκες και το δυναμικό της (για παράδειγμα, Εκκλησιαστική Επιτροπή, Επιτροπή Σχολών, Κτηματική Επιτροπή, Επιτροπή Συσσιτίου, Επιτροπή Πειθαρχικού Συμβουλίου κ.λπ.), οι οποίες συγκροτούνταν από τα άτομα της εφοροεπιτροπής και άλλους συμβούλους.

Τόσο οι λαϊκοί όσο και οι κληρικοί υπάλληλοι της κοινότητας προσλαμβάνονταν και παύονταν από την εφοροεπιτροπή. Στην περίπτωση των κληρικών όμως απαιτούνταν η έγκριση των εκκλησιαστικών αρχών. Όπως διευκρινίζεται στον Κανονισμό της Πριγκήπου, για ζητήματα που αφορούν τον κλήρο η εφοροεπιτροπή συνερχόταν υπό την προεδρία του μητροπολίτη,15 ενώ για τυχόν προβλήματα και παράπονά τους οι κληρικοί απευθύνονταν στην ιερά μητρόπολη, η οποία ήταν υπεύθυνη να επιβάλει ποινές και κυρώσεις.16

Το Πατριαρχείο εκπροσωπούνταν στις μεγάλες κοινότητες από τον αρχιερατικό προϊστάμενο που διόριζε το ίδιο, ο οποίος ήταν ο προϊστάμενος του κεντρικού ναού της κοινότητας. Οι σχέσεις Εκκλησίας και κοινοτικών αρχών δεν ήταν πάντοτε αρμονικές. Σε μερικές περιπτώσεις το Πατριαρχείο εμπλεκόταν ή προσπαθούσε να παρέμβει στην εσωτερική διοίκηση των κοινοτήτων.17 Από την άλλη σε κάποιους κανονισμούς, όπως για παράδειγμα στον Κανονισμό της Πριγκήπου του 1951, υπογραμμίζεται ότι η εφοροεπιτροπή «υποχρεούται να συμμορφώνεται προς τας διατάξεις της Μεγάλης του Χριστού Εκκλησίας και της Μητροπόλεως».18

Το δικαίωμα της εκλογής στις κοινοτικές εκλογές είχαν οι άρρενες ορθόδοξοι Ρωμιοί που ήταν Τούρκοι πολίτες και ήταν ικανοί προς δικαιοπραξία και άμεμπτου χαρακτήρα, οι οποίοι γνώριζαν γραφή και ανάγνωση, εργάζονταν19 και ήταν μόνιμοι κάτοικοι της εκάστοτε κοινότητας τουλάχιστον 120 ή 2 χρόνια21 από μια συγκεκριμένη ηλικία και πάνω.22

Τα πρώτα χρόνια της δεκαετίας του 1950, απέκτησαν δικαίωμα εκλογής οι κοινοτικοί υπάλληλοι και οι γυναίκες.23 Η αλλαγή αυτή εντάσσεται στο πλαίσιο του νέου κοινωνικοπολιτικού κλίματος που διαμορφώθηκε τη δεκαετία του 1950 στην Τουρκία, με την άνοδο στην εξουσία του Δημοκρατικού Κόμματος. Το ζήτημα της ψήφου και ειδικά της γυναικείας ψήφου πυροδοτούσε ενίοτε έντονες συζητήσεις στους κόλπους της μειονότητας.24 Στο Πέρα το δικαίωμα ψήφου δόθηκε το 1950, όμως η γενική συνέλευση της κοινότητας Πριγκήπου του 1951 καταψήφισε το αίτημα.25 Τελικά το 1953 δόθηκε δικαίωμα ψήφου στις γυναίκες με 47 ψήφους υπέρ και 31 κατά.26 Ωστόσο, και μετά την απόκτηση του δικαίωματος ψήφου από τις γυναίκες, η νοοτροπία και το σχήμα έμφυλης διάκρισης –που συναντάται και την Οθωμανική περίοδο–, που θέλει τους άνδρες να εμπλέκονται ενεργά στη διοίκηση και τις γυναίκες να δραστηριοποιούνται περισσότερο στον τομέα της φιλανθρωπίας, εξακολουθούσε να ισχύει. Οι γυναίκες εξακολουθούσαν να διοικούν και να είναι παρούσες πολύ περισσότερο στους φιλανθρωπικούς συλλόγους που διατηρούσαν διάφορες κοινότητες της μειονότητας.27

Τη διενέργεια των εκλογών αναλάμβανε αιρετή εφορευτική επιτροπή. Οι εκλογές διεξάγονταν με μυστική ψηφοφορία και τα αποτελέσματα επικυρώνονταν από το υπουργείο Εσωτερικών. Οι επίσημες αρχές μπορούσαν να ζητήσουν την επανάληψη των εκλογών για τυχόν παρατυπίες ή παραλήψεις.

Οι τακτικές εκλογές της περιόδου μετά το 1946 αποτελούν πειστήρια μιας εσωτερικής δραστηριότητας και εγρήγορσης των μελών της κοινότητας. Περιπτώσεις αντιπολίτευσης στην απερχόμενη εφοροεπιτροπή και αντίθεσης σε υποψηφίους, περιπτώσεις παραίτησης του προέδρου εφοροεπιτροπής28 και άλλα ανάλογα περιστατικά υποδηλώνουν διάθεση συμμετοχής στην αυτοδιαχείριση της κοινότητας· κάτι το οποίο φθίνει με τη δημογραφική συρρίκνωση κυρίως των δεκαετιών 1970-1980.

Στις εκλογές οι κοινότητες εξέλεγαν και αντιπροσώπους-εκλέκτορες για τις εκλογές των μειζόνων ιδρυμάτων της μειονότητας.29 Εκλέκτορες από κάθε κοινότητα εξέλεγαν για κάθε ίδρυμα μια εφορεία με τριετή θητεία καθώς και 3 ελεγκτές.30 Οι γυναίκες δεν απέκτησαν ποτέ το δικαίωμα είτε του εκλέκτορα είτε του υποψηφίου για τις επιτροπές των μείζονων ιδρυμάτων.31

3. Οι τουρκικές αρχές και οι κοινότητες

Οι τουρκικές αρχές δεν αναγνώριζαν νομικά κοινότητες αλλά βακούφια. Δεν αναγνώριζαν επίσης τις εφοροεπιτροπές και το ρόλο τους ως ανώτατων διοικητικών αρχών των κοινοτήτων. Η κατάσταση βέβαια δεν ήταν ξεκάθαρη και αυτό φαίνεται από τους διάφορους τίτλους/ονόματα που χρησιμοποιούνται τόσο από τις ίδιες τις κοινότητες όσο και από τις τουρκικές αρχές όταν απευθύνονταν σε αυτές. Τη σύγχυση που επικρατούσε επέτεινε ο όρος mütevelli, ο οποίος παραπέμπει, σύμφωνα με την τουρκική νομοθεσία, σε διορισμένο από το κράτος διοικητή, ενώ τα κοινοτικά βακούφια διοικούνταν από αιρετά από την ίδια την κοινότητα επιτροπές. Ωστόσο, η Γενική Διεύθυνση Βακουφιών επέμενε ότι αυτές οι αιρετές επιτροπές έπρεπε να θεωρηθούν ανάλογες του αξιώματος του mütevelli, τον οποίο και είχε το δικαίωμα να παύει κατά βούληση, σε αντίθεση με τις εκλεγμένες επιτροπές των κοινοτήτων, οι οποίες μπορούσαν να παυθούν μόνο έπειτα από σχετική δικαστική απόφαση.32

Καθ’ όλη τη διάρκεια της δεκαετίας του 1950 γίνονταν προσπάθειες να υποβαθμιστούν οι κεντρικές εφορείες και παρατηρείται μια κλιμακούμενη παρεμβατικότητα στη διοίκηση των κοινοτήτων, που κορυφώθηκε τη δεκαετία του 1960. Το 1954 το υπουργείο Εσωτερικών με διαταγή του ζήτησε να ονομαστούν οι κεντρικές αυτές επιτροπές κομιτάτα για τη διοίκηση των κοινών ακινήτων της περιοχής. Σκοπός αυτού του μέτρου ήταν η συρρίκνωση των αρμοδιοτήτων της κεντρικής επιτροπής και η κατάργηση του συντονιστικού ρόλου της, ώστε να μετατραπεί σε ένα απλό διαχειριστικό όργανο των κοινών ιδιοκτησιών των βακουφιών. Το μέτρο μετά την παρέμβαση του βουλευτή Α. Χατζόπουλου αναστάλθηκε. Παράλληλα έγιναν προσπάθειες αναθεώρησης του κοινοτικού καθεστώτος, ενώ στις αρχές του 1955 αποφασίστηκε να εκπονηθεί γενικός κανονισμός για τις μειονότητες στην Τουρκία μονομερώς από το τουρκικό κράτος, ο οποίος αναστάλθηκε πάλι με παρέμβαση του βουλευτή Χατζόπουλου.33

Οι κοινοτικές εκλογές παρακολουθούνταν από τις αρχές ενώ συχνά σημειωνόταν και διάθεση επέμβασης και εμπλοκής.34 Η κατάσταση χειροτέρεψε σημαντικά τη δεκαετία του 1960. Ήδη από το 1956 με διάταγμα του υπουργείου Εσωτερικών ανακοινώθηκε ότι δεν αναγνωρίζονταν πλέον οι κεντρικές επιτροπές. Στη λογική περιορισμού των κεντρικών εφορειών, η Διεύθυνση Αστυνομίας τον Απρίλιο του 1960 απαγόρευσε τη διεξαγωγή εκλογών στο Πέρα, ενώ το Νοέμβριο του ίδιου χρόνου η Νομαρχία Κωνσταντινούπολης κοινοποίησε ότι οι κεντρικές επιτροπές δε θα αναγνωρίζονταν πλέον και ζήτησε από τις διάφορες κοινότητες να διεξαγάγουν νέες εκλογές.35

Μετά την κατάργηση των κεντρικών επιτροπών οι κοινότητες προσπάθησαν να δημιουργήσουν άτυπα όργανα ή να αντικαταστήσουν τις κεντρικές εφορείες. Για παράδειγμα, στην Κοινότητα Σταυροδρομίου, η εφοροεπιτροπή αντικαταστάθηκε από την Εφορεία Σχολών και την Επιτροπή Ναών, οι οποίες αποτέλεσαν μια νέα επιτροπή με το όνομα Διοικούσα Επιτροπή Κοινότητας.36

Με όλα αυτά τα μέτρα αποδυναμώθηκε ο κεντρικός εσωτερικός έλεγχος από ένα ανώτερο διοικητικό σώμα, όπως ήταν οι εφοροεπιτροπές, κάτι το οποίο διασφάλιζε και την ίδια την έννοια της κοινότητας. Από την άλλη, οι αρχές προσπάθησαν να περιορίσουν τις αρμοδιότητες και αυτών των επιτροπών, επιβάλλοντας τη χορήγηση ειδικής άδειας από τη Γενική Διεύθυνση Βακουφιών προκειμένου να προβαίνουν σε αγοραπωλησίες – κάτι που τουλάχιστον για μεγάλες κοινότητες, όπως το Κουρτουλούς και το Σταυροδρόμι, αποτελούσε σημαντική πηγή εσόδων.

Έτσι όμως η σχετική άνθηση των κοινοτικών θεσμών αμέσως μετά το Β΄ Παγκόσμιο πόλεμο ήταν βραχύβια. Από τη δεκαετία του 1960 η παρεμβατικότητα των αρχών και η δημογραφική συρρίκνωση δημιούργησαν αρκετά δυσμενές περιβάλλον για την κοινοτική αυτοοργάνωση και αυτοδιαχείριση.37 Αν και τυπικά η μορφή οργάνωσης των διάφορων κοινοτήτων της μειονότητας δεν άλλαξε, διαφοροποιήθηκε ωστόσο η λειτουργία των κοινοτήτων. Κάποιοι θεσμοί εξαφανίστηκαν ή έπεσαν σε αδράνεια, ενώ κάποιοι άλλοι μηχανισμοί ενεργοποιήθηκαν, οι αρμοδιότητες άλλαξαν, προσαρμόστηκαν στις νέες συνθήκες.38 Έτσι ατόνησαν οι θεσμοί και οι διαδικασίες εκλογών και ελέγχου των θεσμών αυτών, με αποτέλεσμα σταδιακά η μειονότητα να χάσει κάθε μορφή συλλογικής παρέμβασης και διεκδίκησης στο πλαίσιο της Τουρκικής Δημοκρατίας. Άρχισε λοιπόν μια διαδικασία κατά την οποία εξαφανίζονταν σταδιακά οι κοσμικοί χώροι και οι μηχανισμοί που εξασφάλιζαν την εύρυθμη λειτουργία της μειονότητας.39 Εξαίρεση αποτελεί το Πατριαρχείο που, ενώ από την εποχή του Αθηναγόρα ανέκτησε το διεθνές κύρος του, έχει ωστόσο από το 1923 και μετά απογυμνωθεί από τις διοικητικές του αρμοδιότητες. Παραδόξως το κράτος συνέχισε να συνδιαλέγεται με την κοινότητα μέσω των θρησκευτικών αρχών, δηλαδή το Πατριαρχείο, και αυτό λειτουργούσε ως ένας σημαντικός παράγοντας της μη εκκοσμίκευσης των θεσμών της κοινότητας.

Με τη δημογραφική συρρίκνωση (από τις απελάσεις ιδίως του 196440 και όλη τη διάρκεια της δεκαετίας του 1970 και του 1980) η αρχή ότι οι εκλογείς για κάθε βακούφι της περιοχής πρέπει να προέρχονται από τους κατοίκους της περιοχής-συνοικίας, στην οποία βρίσκεται το ίδρυμα και μόνο, χρησιμοποιήθηκε από τις αρχές ως κριτήριο ακύρωσης εκλογών.41 Το ζήτημα της συμμετοχής σε εκλογές ατόμων από άλλες κοινότητες είναι άρρηκτα συνδεδεμένο με τη δημογραφική συρρίκνωση και την εσωτερική μετακίνηση του πληθυσμού από απομακρυσμένες συνοικίες προς το κέντρο, κάτι που προκάλεσε την ερήμωση πολλών κοινοτήτων. Μια ερημωμένη κοινότητα σημαίνει αυτόματα απουσία εκλογικού σώματος και άρα αδυναμία διεξαγωγής εκλογών: σύμφωνα με την τουρκική νομοθεσία, αν ένα βακούφι παραμείνει επί δέκα χρόνια δίχως διοίκηση, γίνεται αυτόματα mazbut/κατειλημμένο, δηλαδή η διοίκησή του περιέρχεται στη δικαιοδοσία της Γενικής Διεύθυνσης Βακουφιών. Η μη διεξαγωγή εκλογών αποτελούσε ορατό κίνδυνο.

Οι εκλογές, που ατόνησαν από τη δεκαετία του 1970, επαναλήφθηκαν το 1991.42 Τα τελευταία χρόνια έγιναν κάποιες έστω και τυπικές ρυθμίσεις που επέτρεπαν την επανάκαμψη των κοινοτικών θεσμών. Το υπουργείο Εσωτερικών στις 16 Σεπτεμβρίου 2004 εξέδωσε ένα νέο καταστατικό σχετικά με τα κοινοτικά βακούφια. Σύμφωνα με αυτό, σε περίπτωση που ένα βακούφι δεν έχει κοινότητα και άρα δεν μπορεί να διεξαγάγει εκλογές με εισήγηση και άδεια από το υπουργείο Εσωτερικών, μπορεί να επεκτείνει την εκλογική περιφέρεια του σε περιοχές που διαθέτουν κοινότητα.43 Σύμφωνα πάντα με το νέο καταστατικό, οι εκλογές διεξάγονται για κάθε βακούφι ξεχωριστά κάθε τέσσερα χρόνια. Το διοικητικό συμβούλιο του βακουφιού αποτελείται από 7 άτομα.44

Η δημογραφική συρρίκνωση καθώς και μια σειρά διοικητικών μέτρων που υιοθέτησαν οι αρχές οδήγησαν σε παράλυση το όλο σύστημα. Ωστόσο, τα τελευταία χρόνια διεξάγονται σε πολλές κοινότητες εκλογές,45 ενώ συζητείται η συγχώνευση όλων των κοινοτήτων σε ένα και μόνο σώμα. Οι εξελίξεις αυτές αποτελούν ενδείξεις μιας κάποιας κινητικότητας στο θέμα διοίκησης της μειονότητας. Το θέμα δηλαδή της κοινοτικής οργάνωσης της ρωμαίικης μειονότητας παραμένει ανοιχτό.

1. Για την επιλογή της ονομασίας «ρωμαίικη μειονότητα» και όχι «ελληνική», βλ. Σιγάλας, Ν., «Τι σημαίνει ρωμαίικη κοινότητα της Πόλης το έτος 2006», Σύγχρονα Θέματα 94 (Ιούλιος-Σεπτέμβριος 2006), σελ. 25-33.

2. Το θέμα των ρωμαίικων πληθυσμών της Ίμβρου και της Τενέδου δε θα μας απασχολήσει εδώ, αφού το θεσμικό πλαίσιο που διαμορφώνεται με τη συνθήκη της Λωζάννης σχετικά με αυτά τα νησιά είναι πολύ διαφορετικό από αυτό της Κωνσταντινούπολης. Με το άρθρο 14 της συνθήκης ουσιαστικά καθοριζόταν ένα σύστημα αυτονομίας και αυτοδιαχείρισης των δύο νησιών. Για το θέμα βλ. Alexandris, A., “Imbros and Tenedos: A Study of Turkish Attitudes Toward Two Ethnic Grek Island Communities Since 1923”, Journal of Hellenic Diaspora VII: 1 (1980), σελ. 5-31.

3. Η συνθήκη της Λωζάννης στο άρθρο 40 ορίζει ότι οι μη μουσουλμανικές μειονότητες έχουν ίσο δικαίωμα «να συνιστώσι, διευθύνωσι και εποπτεύωσι ιδίαις δαπάναις παντός είδους φιλανθρωπικά, θρησκευτικά ή Κοινωφελή Ιδρύματα, σχολεία και λοιπά εκπαιδευτήρια [...]». Το Νομοθετικό Διάταγμα της 25ης Αυγούστου 1923 «Περί Κυρώσεως της εν Λωζάννη συνομολογηθείσης Συνθήκης περί Ειρήνης» (ΦΕΚ της 25.8.1923) παρατίθεται στο Τσιτσελίκης, Κ. – Χριστόπουλος, Δ. (επιμ.), Το Μειονοτικό Φαινόμενο στην Ελλάδα, Μια συμβολή των Κοινωνικών Επιστημών (Αθήνα 1997), σελ. 448-449.

4. Βλ. Alexandris, A., The Greek Minority of Istanbul and Greek-Turkish Relations 1918-1974 (Athens 1983), σελ. 105-193, και Akgönül, S., Türkiye Rumları Ulus-Devlet Çağından Küreselleşme Çağına Bir Azınlığın Yok Oluş Süreci (İstanbul 2007), σελ. 61-93.

5. Alexandris, A., The Greek Minority of Istanbul and Greek-Turkish Relations 1918-1974 (Athens 1983), σελ. 135-139.

6. Alexandris, A., The Greek Minority of Istanbul and Greek-Turkish Relations 1918-1974 (Athens 1983), σελ. 169-170.

7. Για παράδειγμα, στην Κοινότητα του Πέρα διενεργήθηκαν εκλογές το 1928. Στις κοινοτικές εκλογές της εφορείας του Πέρα είχαν εμπλοκή και οι τουρκικές αρχές. Μάλιστα ο παπα-Ευθύμ πέτυχε να εκλεγούν και δύο οπαδοί του.

8. Reyna, Y.  – Moreno Zonana, E., Cemaat Vakıfları (İstanbul 2003), σελ. 79-85. Βλ. επίσης Balta, R., Mülhak Vakıflar El Kitabı (Ankara 1986), σελ. 21-38· Güneri, H., “Azınlık Vakıflarının İncelenmesi”, Vakıflar Dergisi Χ (1973), σελ. 99-101.

9. Macar, E., “Başbakanlık Cumhuriyet Arşivi Belgelerine Göre Tek Parti Döneminde Cemaat Vakıflarının Sorunları”, TESEV Cemaatler ve Hukuki Sorunları Toplantısı (15/5/2005).

10. Σιδηρόπουλος, Φ., Τα Εθνικά Φιλανθρωπικά Καταστήματα στην Κωνσταντινούπολη – Νοσοκομείο Βαλουκλή (Αθήνα 1999), σελ. 353. Βλ. επίσης Αποστολίδης, Ν.Γ., Αναμνήσεις από την Κωνσταντινούπολη (Αθήνα 1996), σελ. 188-192: «Η τουρκική κυβέρνηση εξακολουθούσε να μη δίνει άδειες για νέες εκλογές. Ψήφισε και ένα νέο νόμο: Να διοικούνται οι κοινότητες και τα ιδρύματα με το θεσμό του μοναδικού επιτρόπου. Όσοι θέλουν να υποβάλουν επί τούτω υποψηφιότητα για να διαγωνιστούν γραπτώς με θέμα τον βακουφικό νόμο. Σε κάθε κοινότητα θα διορίζονταν οι επιτυχόντες. Όλοι οι επιτήδειοι δραστηριοποιήθηκαν αμέσως κυρίως για τις εύπορες κοινότητες. Έγιναν τελικά οι εξετάσεις και πέτυχαν αυτοί που ήθελε το Λαϊκό Κόμμα» (σελ. 188).

11. Reyna, Y. – Şen, Y., Cemaat Vakıfları ve Sorunları (İstanbul 1994), σελ. 23-25. Βλ. επίσης Reyna, Y.  – Moreno Zonana, E., Cemaat Vakıfları (İstanbul 2003), σελ. 81-84· Oğuz, A., “Cemaatlere Mahsus Vakıflar”, Mülkiyeliler Birliği Dergisi  17 (1969), σελ. 24-27. Balta, R., Mülhak Vakıflar El Kitabı (Ankara 1986), σελ. 40-41· Güneri, H., “Azınlık Vakıflarının İncelenmesi”, Vakıflar Dergisi Χ (1973), σελ. 101-102.

12. Macar, E., Cumhuriyet Döneminde İstanbul Rum Patrikhanesi (İstanbul 2003), σελ. 176-181.

13. Καταγραφή Ανθεμίου, Κοινότητα Κουρτουλούς (Κανονισμός Κοινότητας Κουρτουλούς 1953), Σειρά Η1-Αριθμός Μικροφίλμ 160, Κοινότητα Κανδύλλι (Κανονισμός Κοινότητας Κανδύλλι 1930), Σειρά Β2-Αριθμός Μικροφίλμ 39, Κοινότητα Πριγκήπου (Κανονισμός Πριγκήπου 1951), Σειρά P-Αριθμός Μικροφίλμ 116-118, Κοινότητα Κουρουτσεσμέ (Κανονισμός Κουρουτσεσμέ 1953), Σειρά Χ2-Αριθμός Μικροφίλμ 7, Κοινότητα Σταυροδρομίου (Αναπροσαρμογή Σχετικών Περί Εκλογών διατάξεων του εν ισχύ κανονισμού Κοινότητος Σταυροδρομίου 1950), Σειρά Λ1-Αριθμός Μικροφίλμ 368. Σε γενικές γραμμμές οι κανονισμοί των κοινοτήτων τη δημοκρατική περίοδο δε διαφέρουν ουσιαστικά από τους αντίστοιχους της Ύστερης Οθωμανικής περιόδου, οι οποίοι προφανώς λειτούργησαν ως πρότυπο. Η μελέτη των κοινοτικών αρχείων των ρωμαιοορθόδοξων ενοριών της Κωνσταντινούπολης διενεργήθηκε στο πλαίσιο έρευνας που εκπονήθηκε από κοινού με την Κωνσταντίνα Ανδριανοπούλου, υποψήφια διδάκτορα Ιστορίας του Πάντειου Πανεπιστημίου· τα αποτελέσματα της έρευνας παρουσιάστηκαν στο συνέδριο «Συνάντηση στην Πόλη: το Παρόν και το Μέλλον», που διεξήχθη στις 1 και 2 Ιουλίου 2006 στην Κωνσταντινούπολη, και αναμένεται να εκδοθούν υπό μορφή άρθρου στα πρακτικά του συνεδρίου.

14. 10 στην Πρίγκιπο, 15 στο Κουρτουλούς, 7 ή το λιγότερο 5 στο Κουρουτσεσμέ.

15. Καταγραφή Ανθεμίου, Κοινότητα Πριγκήπου (Κανονισμός Πριγκήπου 1951), Σειρά P-Αριθμός Μικροφίλμ 116-118.

16. Καταγραφή Ανθεμίου, Κοινότητα Πριγκήπου (Εσωτερικός κανονισμός για καθήκοντα και ποινές κοινοτικών υπαλλήλων, 1962), Σειρά Ρ-Αριθμός Μικροφίλμ 72.

17. Για παράδειγμα, στις εκλογές του Σταυροδρομίου το 1950 ο πατριάρχης όρισε πρόεδρο της εφορευτικής επιτροπής τον αρχιερατικό προϊστάμενο της κοινότητας, βλ. Καταγραφή Ανθεμίου, Κοινότητα Σταυροδρομίου (Α΄ Συνεδρία Εφορευτικής Επιτροπής της 23ης Φεβρουαρίου 1950), Σειρά Λ1-Αριθμός Μικροφίλμ 369, ενώ στην περίοδο πατριαρχίας του Αθηναγόρα το Πατριαρχείο έστειλε στην κοινότητα Σταυροδρομίου ένα πρόγραμμα εργασίας σχετικά με τον καταμερισμό των αρμοδιοτήτων στις διάφορες επιτροπές. Στην απάντηση που έστειλε η διοικούσα επιτροπή της Κοινότητας Σταυροδρομίου προς το Πατριαρχείο εξέφραζε τη δυσαρέσκειά της για την υποβάθμιση της εφορίας των σχολών στη διοίκηση της Κοινότητας σύμφωνα με το πρόγραμμα. Καταγραφή Ανθεμίου, Κοινότητα Σταυροδρομίου (Επιστολή Διοικούσας Επιτροπής Κοινότητας Σταυροδρομίου, 21/1/1963), Σειρά Α2-Αριθμός Μικροφίλμ 348.

18. Καταγραφή Ανθεμίου, Κοινότητα Πριγκήπου (Κανονισμός Πριγκήπου 1951), Σειρά P-Αριθμός Μικροφίλμ 116-118.

19. Κανονισμός του Κουρουτσεσμέ 1953.

20. Κανονισμός Κουρτουλούς 1953.

21. Κανονισμός Πριγκήπου 1951. Σε ό,τι αφορά το δικαίωμα του εκλέγειν, στον κανονισμό της Πριγκήπου του 1951 ορίζεται ότι δικαίωμα ψήφου έχουν και όσοι διαθέτουν ιδιοκτησία και παραθερίζουν στο νησί επί δύο συναπτά έτη. Η ιδιοκτησία σε μια κοινότητα ακόμα και αν κάποιος δεν κατοικεί εκεί εξασφαλίζει το δικαίωμα του εκλέγειν και στο Κουρουτσεσμέ. Προφανώς το ίδιο ισχύει και στις άλλες κοινότητες.

22. Από 31 ετών στο Κουρτουλούς, από 29 ετών στην Πρίγκηπο, από 26 στο Κουρουτσεσμέ. Οι παραπάνω όροι ισχύουν και όσον αφορά το δικαίωμα ψήφου, με μια διαφορά προς τα κάτω στο ηλικιακό όριο.

23. Αυτοί που παραδοσιακά, από την Οθωμανική περίοδο, δεν είχαν και εξακολουθούν να μην έχουν δικαίωμα ψήφου είναι «οι υποκείμενοι σε δικαστική απαγόρευση, οι υπό κηδεμονία, οι πτωχεύσαντες και μήπω αποκατεστηθέντες δικαστικώς, οι αποδειχθέντες ως καταχρασταί ή σφετεριστές της κοινοτικής περιουσίας, οι δοσίλογοι κοινοτικής διαχειρίσεως επίτροποι, οι καταδικασθέντες επί κακουργήματι ή επί ατιμωτικά πλημμελήματα». Καταγραφή Ανθεμίου, Κοινότητα Πριγκήπου (Κανονισμός Πριγκήπου 1951), Σειρά P-Αριθμός Μικροφίλμ 116-118.

24. Ενώ στην Τουρκία το δικαίωμα ψήφου των γυναικών έχει κατοχυρωθεί από το 1934, στη μειονότητα η κατάσταση άλλαξε μόλις τη δεκαετία του 1950 και όχι ταυτόχρονα και ομαλά σε όλες τις κοινότητες.

25. Καταγραφή Ανθεμίου, Κοινότητα Πριγκήπου (Πρακτικά Γενικής Συνέλευσης 11/11/1951), Σειρά Ρ-Αριθμός Μικροφίλμ 110.

26. Το ποσοστό είναι ενδεικτικό της απήχησης και της αποδοχής του ζητήματος σε μια κοινότητα της μειονότητας στην Κωνσταντινούπολη. Καταγραφή Ανθεμίου, Κοινότητα Πριγκήπου (Πρακτικά Γενικής Συνέλευσης 6/12/1953), Σειρά Ρ-Αριθμός Μικροφίλμ 117.

27. Φαίνεται ότι η επικράτηση της αντίληψης της διχοτομίας δημόσιου και ιδιωτικού που βασίζεται στην έμφυλη διαφορά είναι διαχρονική. Έτσι ο χαρακτήρας της συμμετοχής στα κοινά στο πλαίσιο της κοινότητας ήταν και παρέμεινε ανδρικός. Για το θέμα βλ. Κάννερ, Έ., Φτώχεια και Φιλανθρωπία στην Ορθόδοξη κοινότητα της Κωνσταντινούπολης 1753-1912 (Αθήνα 2004).

28. Για παράδειγμα, σε γενική συνέλευση της Κοινότητας Πριγκήπου το 1953, ένα μέλος της ξέσπασε και καταφέρθηκε εναντίον της απερχόμενης εφοροεπιτροπής, την οποία κατηγόρησε για απραξία, φιλοδοξία, τσορμπατζιλίκι και διχασμό της κοινότητας. Καταγραφή Ανθεμίου, Κοινότητα Πριγκήπου (Πρακτικά Γενικής Συνέλευσης 6/12/1953), Σειρά Ρ-Αριθμός Μικροφίλμ 117. Στην Κοινότητα του Κουρουτσεσμέ το 1954 ο πρόεδρος της εφοροεπιτροπής Ζηνόβιος Κυριακίδης υπέβαλε την παραίτησή του επικαλούμενος «[την] αδιαλλαξία και το ασύμφωνον μερικών εκ των μελών». Καταγραφή Ανθεμίου, Κοινότητα Κουρουτσεσμέ (Επιστολή Προέδρου Εφοροεπιτροπής 1954), Σειρά Χ2-Αριθμός Μικροφίλμ 7.

29. Τα μείζονα ιδρύματα είναι τα εξής: Φιλανθρωπικά Καταστήματα Βαλουκλή, Ορφανοτροφείο Πριγκήπου, Μεγάλη του Γένους Σχολή, Ιωακείμειο και Ζάππειο Παρθεναγωγεία.

30. Συγκεκριμένα, στα Φιλανθρωπικά Καταστήματα Βαλουκλή ορίζεται και η ιδιότητα που πρέπει να έχουν τα μέλη της εφορείας (3 γιατροί, 3 νομικοί, 1 χημικός, 2 αρχιτέκτονες ή μηχανικοί, 1 έμπορος ή κτηματίας ή τραπεζίτης). Καταγραφή Ανθεμίου, Κοινότητα Κουρτουλούς (Κανονισμός Εκλογών των Μειζόνων Ιδρυμάτων), Σειρά Η-Αριθμός Μικροφίλμ 160.

31. Οι εκλογές των μειζόνων ιδρυμάτων πραγματοποιήθηκαν στις 30 Δεκεμβρίου 1951, περίπου δύο χρόνια μετά τις πρωτοβάθμιες. Μέχρι το 1969 διεξάγονταν κανονικές εκλογές. Μετά τις εκλογές στις 19 Ιανουαρίου 1969 και μέχρι το 1991, οι τουρκικές αρχές δε χορηγούσαν άδεια για εκλογές.

32. Reyna, Y.  – Moreno Zonana, E., Cemaat Vakıfları (İstanbul 2003), σελ. 157-159. Βλ. επίσης Reyna, Y. – Şen, Y., Cemaat Vakıfları ve Sorunları (İstanbul 1994), σελ. 49-50.

33. Σταματόπουλος, Κ.Μ., Η τελευταία αναλαμπή. Η κωνσταντινουπολίτικη ρωμηοσύνη στα χρόνια 1948-1955 (Αθήνα 1996), σελ. 31-51.

34. Για παράδειγμα, υπήρξε απόφαση του υπουργείου Εσωτερικών το 1964 να μην αναγνωρίσει την τετραετή θητεία των επιτροπών του Κουρτουλούς, που οριζόταν από τον εσωτερικό κανονισμό της κοινότητας. Καταγραφή Ανθεμίου, Κοινότητα Κουρτουλούς (Πρακτικά Εφοροεπιτροπής Κουρτουλούς 1964), Σειρά Δ-Αριθμός Μικροφίλμ 66. Σε άλλες περιπτώσεις, η αστυνομία απαγόρευε τη γενική συνέλευση κοινότητας, η οποία συγκαλούνταν προτού γίνουν εκλογές. Καταγραφή Ανθεμίου, Κοινότητα Κουρτουλούς (Κανονισμός Εκλογών των Μειζόνων Ιδρυμάτων), Σειρά Η-Αριθμός Μικροφίλμ 160.

35. Καταγραφή Ανθεμίου, Κοινότητα Σταυροδρομίου (Επιστολή της Νομαρχίας Κωνσταντινούπολης προς το Καϊμακαμλίκ του Μπέγιογλου 28/10/1960). Βλ. επίσης Επιστολή της Νομαρχίας της Κωνσταντινούπολης προς το Καϊμακαμλίκ του Καντίκιοϊ 28/10/1960.

36. Καταγραφή Ανθεμίου, Κοινότητα Σταυροδρομίου (Επιστολή Διοικούσας Επιτροπής Κοινότητας Σταυροδρομίου, 21/1/1963), Σειρά Α2-Αριθμός Μικροφίλμ 348.

37. Το 1956 οι τουρκικές αρχές τερμάτισαν τη λειτουργία της μοναδικής οργάνωσης των Ελλήνων υπηκόων της Κωνσταντινούπολης, της Ελληνικής Ένωσης. Βλ. Δεκαβάλας, Σ., «Το κλείσιμο της Ελληνικής Ένωσης Κωνσταντινουπόλεως και οι πρώτες επιλεκτικές απελάσεις Ελλήνων υπηκόων», Μνήμες Κωνσταντινούπολη, Ίμβρος, Τένεδος 1923-1995. Πρακτικά Διημερίδας Καλαμαριά 11-12 Νοεμβρίου 1995 (Θεσσαλονίκη 1997), σελ. 103-111.

38. Εν τω μεταξύ οι επιτροπές υφίστανται μαρασμό λόγω θανάτων και φυγής των μελών τους και έτσι η κοινότητα δεν μπορεί πλέον να διαχειριστεί τις υποθέσεις της.

39. Αμπατζής, Ά., Μαρμαρωμένη Ρωμιοσύνη. Οι Έλληνες της Κωνσταντινούπολης (Αθήνα 2005), σελ. 59-62.

40. Για τις απελάσεις των Ελλήνων υπηκόων της Κωνσταντινούπολης βλ. Demir, H. – Akar, R., İstanbul’un Son Sürgünleri 1964’te Rumların Sınırdışı Edilmesi (İstanbul 1994).

41. Cemaat Vakıfları Bugünkü Sorunları ve Çözüm Önerileri (İstanbul 2002), σελ. 20-21.

42. Οι εκλογές αυτές έγιναν με βάση ένα νέο σύστημα. Δημιουργήθηκαν δύο εκλογικά σώματα· το μεν της ευρωπαϊκής πλευράς διεξήγαγε τις εκλογές για τα βακούφια της ευρωπαϊκής πλευράς και των νησιών στις 31 Μαρτίου 1991, το δε ανατολικό για τα βακούφια της ασιατικής πλευράς στις 30 Μαρτίου 1991. Σε αυτές τις εκλογές ενσωματώθηκαν και οι εκλογές για τα μείζονα ιδρύματα της κοινότητας, εγκαταλείποντας το σχήμα της δευτεροβάθμιας εκλογής. Σύμφωνα με αναφορά του Helsinki Human Rights Watch, από τους 35 υποψηφίους για τις επιτροπές των ιδρυμάτων οι 32 έλαβαν γράμμα από τις τουρκικές αρχές, στο οποίο ουσιαστικά τους απαγορευόταν η συμμετοχή. Βλ. Human Rights Watch, Denying Human Rights and Ethnic Identity: The Greeks of Turkey, Α Helsinki Watch Report (USA 1992), σελ. 22-23.

43. Aν και το συγκεκριμένο καταστατικό προτείνει μέτρα για τις περιπτώσεις που λόγω της δημογραφικής συρρίκνωσης δεν υπάρχει εκλογικό σώμα, αφήνει την πρωτοβουλία για επέκταση της εκλογικής περιφέρειας στο υπουργείο Εσωτερικών, δηλαδή στη βούληση της εκάστοτε πολιτικής εξουσίας. Για το θέμα αυτό βλ. “Filadelfia Metropoliti Sayın Meliton’un TESEV Toplantısındaki Konuşması” (26-5-2006).

44. Ο μικρότερος δυνατός αριθμός μελών του συμβουλίου ορίζεται σε 3, ενώ σε περίπτωση που μείνουν λιγότερα μέλη πρέπει να διεξαχθούν νέες εκλογές. “Cemaat Vakıfları Yönetim Kurulu Seçimlerinin Seçim Esas ve Usullerine İlişkin Yönetmelik”, Resmi Gazete (16-9-2004), αρ. 25585.

45. Στις αρχές του 21ου αιώνα οι Ρωμιοί χωρίζονται σε 42 κοινότητες. Βλ. Αναστασιάδου, Μ. – Ντυμόν, Π., Οι Ρωμηοί της Πόλης. Τραύματα και Προσδοκίες (Αθήνα 2007), σελ. 177-178.

Συγγραφή : Μπενλίσοϊ Φώτης (10/12/2007)
Για παραπομπή: Μπενλίσοϊ Φώτης, «Ρωμιοί της Κωνσταντινούπολης μετά τη συνθήκη της Λωζάννης», 2007,
Εγκυκλοπαίδεια Μείζονος Ελληνισμού, Κωνσταντινούπολη
URL:

Εκτήμοροι


Οι εκτήμοροι ήταν εξαρτημένοι αγρότες που καλλιεργούσαν τη γη των προνομιούχων με τη συμφωνία να τους δίνουν το 1/6 της παραγωγής αντί ενοικίου. Ο Αριστοτέλης μας πληροφορεί ότι οι εκτήμοροι ή οι νομικά εξαρτημένοι μπορούσαν να πουληθούν ως δούλοι, εάν δεν πλήρωναν το συμφωνημένο ποσοστό (Αριστοτέλης, Αθηναίων Πολιτεία 2 & 10).

Η θέση του εκτημόρου μάλλον ήταν σταθερή παντού στην Αττική κατά την Αρχαϊκή εποχή. Το πιο πιθανό είναι ότι όλοι πλήρωναν ως ενοίκιο το ίδιο ποσοστό από την παραγωγή. Πάνω σ' αυτό το θέμα όμως οι απόψεις των ερευνητών διίστανται.

Η κατηγορία αυτή των αγροτών σταδιακά παύει να υφίσταται. Από τα μέσα του 6ου αιώνα π.Χ. και μετά δεν υπάρχουν πια αναφορές σε εκτημόρους. Πέρα από τη σεισάχθεια του Σόλωνα, άλλοι λόγοι που συνέβαλαν σ' αυτήν την εξέλιξη ήταν η έλλειψη σημαντικών οικονομικών δομών -ειδικά στην παραγωγή κρασιού και λαδιού- και η επικράτηση των ανεξάρτητων αγροτικών επιχειρήσεων.